Ἀριθ. Πρωτ. 93
Ἐν Δελβινακίῳ τῇ 7ῃ Ὀκτωβρίου 2013
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 168η
ΘΕΜΑ: «Ἔπος 1940-1941
: «Οἱ ἥρωες πολεμοῦν σὰν Ἕλληνες»
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Ἡ Ἑλλάδα,
ἡ ἀγαπημένη Πατρίδα μας, ποὺ ἦταν, τότε, στὴν περίοδο
τοῦ Μεσοπολέμου, περιφρονημένη ἀπὸ τοὺς εὐρωπαϊκούς, κυρίως, λαούς, λόγῳ τῆς
ἐθνικῆς συμφορᾶς ποὺ ὑπέστη στὴν Μικρὰ Ἀσία, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἐπάρατου ἐθνικοῦ
διχασμοῦ, βρέθηκε, ἀναπάντεχα, στὸ ἐπίκεντρο τοῦ διεθνοῦς θαυμασμοῦ. Γιατί ;
Διότι εἶπε, ἁπλᾶ καὶ ἀποφασιστικά, τὸ «ΟΧΙ» στὸ ἰταμὸ ἰταλικὸ τελεσίγραφο, μὲ
τὸ ὁποῖο ὁ Μουσολίνι ζητοῦσε νὰ κατακτήσῃ τὴν Χώρα. Κανένας δὲν τὸ περίμενε.
Κι’ αὐτό, ἐπειδὴ μεγάλες χῶρες, ὅπως ἡ Γαλλία, ὑπέκυψαν στὸν Ἄξονα μέσα σὲ
λίγες, μόλις, μέρες, ἐνῷ ἄλλες, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ Δανία, δὲν ἐπολέμησαν
κἄν. Ὅμως, ἡ μικρὴ Ἑλλάδα τὸ εἶχε ἀπὸ καιρὸ ἀποφασίσει : Ἤ νὰ ζήσῃ ἐλεύθερη ἤ
νὰ πεθάνῃ. Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ αὐτὸ ποὺ ἔγραφε στὴν ἀνοιχτὴ ἐπιστολή του
πρὸς τὸν Χίτλερ ὁ ἀρθρογράφος τῆς «Καθημερινῆς» Γεώργιος Βλάχος, στὸ τέλος ἐκείνου
τοῦ περιώνυμου ἄρθρου, ποὺ ἔκανε κυριολεκτικὰ πάταγο, ὅταν δημοσιεύθηκε τὸ
Σάββατο, 8 Μαρτίου τοῦ 1941, καὶ ἡ «Καθημερινὴ» πούλησε πάνω ἀπὸ 300.000 φύλλα,
ἀριθμὸ ρεκὸρ γιὰ τὰ δεδομένα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς : Ἡ Ἑλλάδα, ἔγραφε ὁ Γεώργιος
Βλάχος, ἐὰν ἡ Γερμανία τῆς ἐπιτεθῇ (ὅπως ἔντονα ἐφημολογεῖτο) θὰ πολεμήσῃ ὅπου
χρειασθῇ. «Καὶ θὰ ἀναμείνῃ τὴν ἐκ Βερολίνου ἐπιστροφὴν τοῦ δρομέως, ὁ ὁποῖος
ἦλθε πρὸ πέντε ἐτῶν (1936) καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τὴν Ὀλυμπίαν τὸ φῶς, διὰ νὰ μεταβάλῃ
εἰς δαυλὸν τὴν λαμπάδα καὶ φέρῃ τὴν πυρκαϊὰν εἰς τὸν μικρὸν τὴν ἔκτασιν, ἀλλὰ
μέγιστον αὐτὸν τόπον ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔμαθε τὸν κόσμον ὅλον νὰ ζῇ, πρέπει τώρα νὰ
τὸν μάθῃ καὶ νὰ ἀποθνήσκῃ».
-Β-
Δὲν ὑπολόγισε
οὔτε στιγμὴ ἡ Ἑλλάδα
νὰ συμβιβασθῇ μὲ τὶς
δυνάμεις τῆς
βίας καὶ τοῦ κακοῦ, τὶς ὁποῖες ἀντιπροσώπευε ὁ Ἄξονας.
Ἐκεῖνες τὶς δραματικὲς ὧρες,
ποὺ ἔπρεπε νὰ διαλέξῃ ἀνάμεσα
στὴν ἀτίμωση καὶ στὴν ἐλευθερία,
χωρὶς δισταγμὸ προτίμησε τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν
δόξα ποὺ ἀκολούθησε. Καὶ δὲν
μποροῦσε νὰ γίνῃ διαφορετικά, Γιατὶ τὴν βάραινε μιὰ ἱστορία
2.500 χρόνων, μὲ
τοὺς Μαραθῶνες, τὶς Σαλαμῖνες, τὶς μεγαλειώδεις ἐκστρατεῖες τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, τὶς Ἀλαμάνες, τὰ Δερβενάκια, τοὺς θρυλικοὺς Βαλκανικοὺς Πολέμους ... Αὐτὴ
τὴν ἱστορία δὲν μποροῦσε νὰ τὴν
περιφρονήσῃ
καὶ νὰ τὴν
ἀρνηθῇ. Ἔτσι, ὅταν τὸ «ΟΧΙ» τοῦ Ἕλληνα
πρωθυπουργοῦ
Ἰωάννου Μεταξᾶ τὸ ἔκανε
δικό του καὶ
ὁλόκληρος ὁ Ἑλληνικὸς Λαός, ἐκεῖνο
τὸ «ΟΧΙ» ἔγινε παιάνας, θούριο, θριαμβευτικὸ σάλπισμα, ποὺ ἀντήχησε στὰ πέρατα τῆς γῆς. Καὶ ἦταν
ὁ Τσῶρτσιλ, ὁ πρωθυπουργὸς τῆς Ἀγγλίας,
ποὺ εἶπε τὸν ἱστορικὸ ἐκεῖνο
λόγο : «Μέχρι τώρα λέγαμε, ὅτι
οἱ Ἕλληνες πολεμοῦν σὰν ἥρωες.
Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ λέμε, ὅτι οἱ ἥρωες
πολεμοῦν σὰν Ἕλληνες».
-Γ-
Οἱ Ἕλληνες
δὲν λογάριασαν, τότε, ὅτι ζοῦσαν σὲ δικτατορικὸ καθεστώς. Τοὺς συνεπῆρε ἡ ἀγάπη
πρὸς τὴν Πατρίδα. Καὶ ἔγιναν
μιὰ ψυχὴ καὶ μιὰ καρδιά. Οἱ φαντάροι, οἱ ναῦτες καὶ οἱ
ἀεροπόροι μας ἔγραφαν λαμπρὲς σελίδες δόξης στὰ Βορειοηπειρωτικὰ βουνά, στὰ πέλαγα καὶ στοὺς αἰθέρες. Κι’ ὅταν οἱ καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν ἀνήγγελαν μιὰ καινούργια νίκη, πλήθη λαοῦ ἔτρεχαν στὶς Ἐκκλησίες
γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν
τὸν Θεό, νὰ Τὸν δοξολογήσουν, ἀλλὰ
καὶ νὰ ψάλουν τὰ νικητήρια πρὸς τὴν Παναγία, τὴν Ὑπέρμαχο
τοῦ Ἔθνους μας Στρατηγό, ποὺ μὲ τὴν
Σκέπη Της προστάτευε τὴν
ἀγωνιζόμενη τὸν ὑπὲρ
πάντων ἀγῶνα Πατρίδα μας. Ἐξ ἄλλου, δόξα καὶ τιμὴ ἀνήκει στὶς ἡρωΐδες γυναῖκες τῆς Πίνδου, ποὺ ἀγόγγυστα ἀνέβαζαν πυρομαχικὰ καὶ τρόφιμα γιὰ τοὺς φαντάρους στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς
Πίνδου, μέσα στὴν
παγωνιὰ καὶ στὶς τρομερὲς χιονοθύελλες. Δίκαια, λοιπόν, ἡ Οἰκουμένη γονάτισε σ’ αὐτὸ τὸ
μεγαλεῖο τῆς Ἑλληνικῆς μας Πατρίδος.
-Δ-
Γονατίζουμε κι’ ἐμεῖς μπροστὰ στὴν Δόξα τοῦ Σαράντα. Ἐμεῖς,
ποὺ παρὰ τὰ οἰκονομικὰ δεινὰ ποὺ περνοῦμε, ἀγαπᾶμε τὸν Χριστό, ἀγαπᾶμε τὴν Ἐκκλησία,
ἀγαπᾶμε τὴν Ἑλλάδα
μας. Ἡ ἀγάπη μας αὐτὴ
ἀγκαλιάζει καὶ τοὺς Κυπρίους καὶ τοὺς Βορειοηπειρῶτες ἀδελφούς. Εὐχή μας, σύντομα νὰ ἔλθῃ ἡ ἐθνική
τους ἀποκατάσταση. Τὰ νειᾶτα τὰ μαθητικά, τὰ φοιτητικά, τὰ ἐργαζόμενα νειᾶτα, ὅπως καὶ τὰ
στρατευμένα νειᾶτα,
νὰ εἶναι στὴν πρωτοπορεία καὶ στὸν ἀγῶνα τὸν καλὸ γιὰ τὴν
Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Ἑλλάδα
μας.
Χρόνια πολλά, καλά, ἅγια καὶ εὐλογημένα. Νὰ ζῇ
καὶ νὰ μεγαλύνεται ἡ Ἑλλάδα
μας.
Διάπυρος πρὸς Χριστὸν εὐχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης Α Ν Δ
Ρ Ε Α Σ