Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Η Κόνιτσα στο ελληνικό κράτος: πραγματικότητες και συμβολισμοί.



                     Η Κόνιτσα στο ελληνικό κράτος: πραγματικότητες και συμβολισμοί.

            Οι Βαλκανικοί πόλεμοι, που ξέσπασαν τον Οκτώβριο του 1912, σηματοδοτούν για το ελληνικό κράτος μία επίπονη και επίμονη προσπάθεια εδαφικής ολοκλήρωσης. Η εικόνα του Ηπειρωτικού μετώπου, από τον Νοέμβριο του 1912 έως τα τέλη του Φεβρουαρίου 1913, αντικατοπτρίζει αυτήν ακριβώς την πολυεπίπεδη διαδρομή. Άλλωστε, η απελευθέρωση των Ιωαννίνων υπήρξε ένα συλλογικό επίτευγμα του Ελληνικού στρατού και υπογράμμισε, στο πεδίο της μάχης, την λήξη του αγώνα κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εκτός, όμως, των ανωτέρω, ιδιαιτέρως για την εποχή μας, το εν λόγω γεγονός δεν έχει μόνον ιστορικό χαρακτήρα αλλά και συμβολισμούς, με τα μηνύματα της επίτευξης των στόχων που το συνοδεύουν.
            Εν προκειμένω, η ένταξη της Κόνιτσας στην Ελλάδα, στις 24 Φεβρουαρίου, είναι, εν πολλοίς, αποτέλεσμα των πολεμικών επιχειρήσεων που έλαβαν χώρα στην ευρύτερη περιοχή το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Φεβρουαρίου του 1913. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η έκβαση του απελευθερωτικού αγώνα, δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα κάποιων επιτυχημένων ενεργειών, συντονισμένων ή μεμονωμένων ή ακόμη και συγκυριών. Ειδικότερα, προς αυτήν την κατεύθυνση, τονίζεται η συμβολή του Μητροπολίτη Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδωνα Βλάχου στην εκκόλαψη αντάρτικων ομάδων κατά των Οθωμανών από το 1908. Ομοίως, σταδιακά από τα τέλη του 1911, αντάρτικα σώματα εμφανίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Κόνιτσας, όπως στην Βούρμπιανη, την Οξυά ή την Φούρκα. Ακολούθως, ήδη, από τον χειμώνα του 1912 σημειώθηκαν επαναστατικές ενέργειες στα χωριά της λάκκας του Αώου.
            Στον επιχειρησιακό τομέα, η αντιμετώπιση του μετώπου της Κόνιτσας είχε ανατεθεί σε απόσπασμα της V Μεραρχίας (αναπτυγμένη στη Φλώρινα, Έδεσσα, Καστοριά και Κοζάνη), αποτελούμενο από τα Ι και ΙΙ τάγματα του 22ου Συντάγματος Πεζικού. Αυτά, στις αρχές Φεβρουαρίου ευρίσκονταν στο Επταχώρι, ενώ στις 7 του ιδίου μηνός κατευθύνθηκαν προς την Φούρκα. Την επομένη ημέρα, στις 8 Φεβρουαρίου, τα δύο τάγματα κατευθύνθηκαν προς την Μόλιστα, την οποία και κατέλαβαν, καθώς σημειώθηκε σχετική κίνηση Οθωμανικών δυνάμεων. Ωστόσο, στις 10 Φεβρουαρίου, οι Οθωμανοί επιτέθηκαν εκ νέου στην Μόλιστα ανεπιτυχώς και τελικώς στις 14 Φεβρουαρίου 3 φάλαγγες κινήθηκαν κατά των ελληνικών τμημάτων στην ίδια περιοχή. Στην μάχη που ακολούθησε, στις 15 Φεβρουαρίου, οι Οθωμανικές δυνάμεις αποκρούσθηκαν με αρκετές απώλειες.
            Η είδηση της πτώσης των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου και της νίκης του Ελληνικού στρατού στο Μπιζάνι είχε ως άμεσο αποτέλεσμα, την ίδια ημέρα, την αποχώρηση των Οθωμανών από την Κόνιτσα και ειδικότερα του διοικητή της περιοχής Τζαβήτ πασά. Βεβαίως, συνακόλουθα, λαμβάνεται υπόψη και η εντολή, στις 22 Φεβρουαρίου, του Πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου να παραμείνουν στην περιοχή δύο μεραρχίες ώστε να ολοκληρώσουν το έργο της εκκαθάρισης. Πάντως, στις 23 Φεβρουαρίου, ο Οθωμανικός στρατός, ο οποίος ευρισκόταν στην περιοχή Κόνιτσα – Λεσκοβίκι – Μεσογέφυρα είχε ήδη συμπτυχθεί προς την Πρεμετή. Ως εκ τούτου, το απόσπασμα της V Μεραρχίας έδωσε την εντολή αφενός στο τάγμα που ήταν στη Μόλιστα να καταλάβει την Κόνιτσα και αφετέρου στο τάγμα που ήταν στη Φούρκα να κινηθεί προς τη Μόλιστα. Ωσαύτως, στη διλοχία του 23ου Συντάγματος, η οποία ήταν στο Κάντσικο, να κατευθυνθεί προς την Στράτσιανη και την Καστάνιανη. Άλλωστε, το σχετικό απόσπασμα του τηλεγραφήματος του Γενικού Επιτελείου της 24ης Φεβρουαρίου αποτυπώνει τα δεδομένα: «…αριθμός τις φυγάδων ασυντάκτων κατόρθωσε να διαφύγει προς Βορράν. Η ΙΙΙ Μεραρχία να εξακολουθήσει την προς Μεσογέφυρα πορείαν της, να καταλάβη δε τη συμπράξει του αποσπάσματος της V Μεραρχίας και την Κόνιτσαν…».
Εν κατακλείδι, ο Ελληνικός στρατός, με επικεφαλή τον λοχαγό Α. Παπανικολάου, εισήλθε στην πόλη της Κόνιτσας στις 24 Φεβρουαρίου και έτυχε, ως φυσιολογικό, εξαιρετικά θερμής υποδοχής. Μάλιστα, ο Μητροπολίτης Σπυρίδων αντάλλαξε προσφωνήσεις με τον Έλληνα αξιωματικό και ακολούθησε ο αφοπλισμός των κατοίκων της περιοχής, αφού προηγουμένως περισυλλέγησαν οι εναπομείναντες αιχμάλωτοι Οθωμανοί. Μάλιστα, σε σχετικό στρατιωτικό ημερολόγιο αναφέρεται χαρακτηριστικά για εκείνες τις στιγμές: «…άμα τη καταλήψει της πόλεως αμέσως περισυνελέγησαν οι διαμείναντες αιχμάλωτοι Τούρκοι περί τους 80 και διετάχθη η φρούρησις των τουρκικών οικιών, ίνα μη συμβώσιν έκτροπα… Ακολούθως διετάχθη ο αφοπλισμός των κατοίκων και συνεστήθη πολιτοφυλακή εξ εντόπιων ανδρών…». 


Νικόλαος Αναστασόπουλος, Λέκτορας Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.