"Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν" !
Κόμανα τοῦ Εὐξείνου Πόντου. 407 μ.Χ. Οἱ στιμὲς εἶναι μοναδικές, μεγαλειώδεις ! Ζητεῖ ἀπ' τὸν ἱερέα νὰ τοῦ δώσῃ ὁλόλευκη στολή, ἀφοῦ ἐμοίρασε τὴ δική του. Ζητεῖ ἀκόμα νὰ τοῦ βγάλουν τὰ πέδιλά του κι' ἔτσι λευκοντυμένο νὰ τὸν πλησιάσουν στὴν Ἁγία Τράπεζα.
Μὲ ὑψωμένα τὰ τρεμάμενα χέρια του ἀπευθύνει μπρὸς στὸ βωμὸ τοῦ Θεοῦ τὴν τελευταία του προσευχὴ καὶ παίρνει "τὸ φάρμακο τῆς ἀθανασίας". "Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον". Στὸ πρόσωπό του ἁπλώθηκε ἕνα φῶς ἱλαρό. Ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ κι' ἐψέλλισε τὴ φράση ποὺ ἦταν ἡ ἐπωδὸς τῆς ζωῆς του ὅλης : "Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν"!
Τὴν ἴδια στιγμὴ ἔγειρε τὸ σῶμα του στὰ χέρια τοῦ ἱερέως ποὺ τὸν κρατοῦσε κι' ἡ ψυχή του σὰν περιστέρι φτερούγισε στὸν οὐρανό !
Οἱ λιγοστοὶ πιστοὶ ποὺ βρέθηκαν ἐκεῖ περιποιήθηκαν τὸ ἱερὸ λείψανο. Λίγα δάκρυα, μὰ θερμά, ἔβρεξαν τὸ ἀδυνατισμένο πρόσωπο, ποὺ μυριάδες λαοῦ θὰ ἤθελαν "τὸν τελευταῖο ἀσπασμό τους" νὰ τοῦ δώσουν. Στὸ ἀπέριττο ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Βασιλίσκου ἔψαλαν κατανυκτικὰ τὴν ἀποχαιρετιστήρια ἱερὴ ἀκολουθία στὸ μεγάλο νεκρό. Καὶ μὲ πόνο ὕστερα κατέβασαν τὸ μάρτυρα σ' ἕναν τάφο δίπλα στὸν ἄλλο μαρτυρικὸ τάφο, τοῦ ἁγίου Βασιλίσκου.
Ἀπ' τὰ ἑξῆντα χρόνια ποὺ βάσταξε ἡ πολυκύμαντη, μὰ ἡρωϊκὴ ζωή του, ἐννιὰ χρόνια καὶ ἑφτὰ μῆνες ἔκανε Ἀρχιεπίσκοπος. Τὰ τρία χρόνια καὶ τοὺς τρεῖς μῆνες ἀπ' αὐτὰ κύλησαν στὴν ἐξορία. Πέθανε ἐκτοπισμένος, καθηρημένος ! Ἔπεσε ἡ ἀλύγιστη δρῦς, ἀφοῦ δέχθηκε ἀλλεπάλληλα κτυπήματα στὸν κορμό της μετὰ τὴν παράνομη "παρὰ τὴν Δρῦν Σύνοδο". Τέλειωσε σὰν ἥρωας καὶ μάρτυς ἀπὸ τὶς κακουχίες τῆς ὁδοιπορίας. Καὶ θάφτηκε ἐδῶ μακρυὰ ἁπλὰ κι' ἀθόρυβα κι' ἔμεινε εἴκοσι ἑφτὰ χρόνια θαμμένος κοντὰ στὸ συμμάρτυρά του.
Μά ὄχι. "Μνήμη δικαίου μετ' ἐγκωμίων", διακηρύττει ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Θεοῦ. Τὰ μαῦρα σύννεφα σκεπάζουν, μὰ δὲν μποροῦν νὰ βλάψουν τὸν ἥλιο. Ὁ ἥλιος τὰ διαλύει. Καὶ ὁ Χρυσόστομος δὲν ἔλαμψε μόνο τότε ποὺ ζοῦσε σὰν Ἀρχιεπίσκοπος. Ἡ ἀκτινοβολία του θὰ συνεχισθῆ...
"Ἀνάλαβε τὸν θρόνον σου, ὦ πάτερ" !
Στὸ θρόνο του στὴν Πόλη, ἀφοῦ ἀνέβηκαν πολλοὶ ἐχθροί του, τὸ 434 ἔγινε Πατριάρχης ὁ Πρόκλος, ποὺ εἶχε κάνει γραμματεὺς τοῦ Χρυσοστόμου. Κάποια ἡμέρα ποὺ ἔπλεκε τὸ ἐγκώμιο τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ λαὸς ἐφώναξε : "Ζητοῦμε νὰ μᾶς δώσουν τὸν ἐπισκοπό μας Ἰωάννη. Θέλουμε τὰ ὀστᾶ τοῦ πατέρα μας" ! Τότε ὁ αὐτοκράτορ Θεοδόσιος ὁ Β΄, γιὸς τοῦ Ἀρκαδίου, ποὺ εἶχε ὅμως διαφορετικὸ φρόνημα γιὰ τὸ Χρυσόστομο ἀπὸ τὸν πατέρα του, ἔδωσε ἀμέσως διαταγὴ νὰ μεταφερθοῦν τὰ ἅγια λείψανά του ἀπ' τὰ Κόμανα στὴν Βασιλεύουσα, στέλνοντας ἐκεῖ καὶ συγκινητικὴ ἐπιστολή. Τὸ αὐτοκρατορικὸ αὐτὸ γράμμα τοποθετήθηκε πάνω στὰ ἱερὰ λείψανα καὶ ἡ πομπὴ πῆρε τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ ἐπιστροφὴ στὴ Βασιλεύουσα δὲν εἶχε τίποτα τὸ κοινὸ μὲ τὸν πηγαιμό του. Ἦταν θριαμβευτική ! Πολυάριθμα πλήθη, ἱερεῖς καὶ μοναχοὶ κατέκλυζαν τὶς πόλεις ἀπ' ὅπου περνοῦσαν τὰ ἱερὰ του λείψανα. Καὶ στὴ Χαλκηδόνα περίμενε τὸ Μάρτυρα ὁλόκληρη ἡ Κων/πολη ! Ὁ αὐτοκράτωρ, οἱ αὐλικοί, ἡ σύγκλητος, οἱ ἄρχοντες δέχθηκαν μὲ τιμὲς καὶ προσκύνησαν μὲ σεβασμὸ τὰ λείψανά του.
Τὸ πέρασμα στὸ Γαλατᾶ εἶχε κάτι τὸ ἀπερίγραπτα θριαμβευτικό. Τὸ ταπεινὸ καΐκι ποὺ πρὶν χρόνια ἔκανε τὸ ἀντίθετο δρομολόγιο τὸ ἀντικαθιστοῦσε τώρα "ἡ βασιλικὴ ναῦς" ! Τὰ λιγοστὰ πλεούμενα, πολυάριθμα φωταγωγημένα καράβια μὲ ἄρχοντες καὶ λαό. Ἡ πομπὴ στοὺς δρόμους τῆς Κων/λεως ἦταν πρωτοφανὴς γιὰ τὶς ἐκδηλώσεις ἀγάπης καὶ βαθυτάτου σεβασμοῦ καὶ τιμῆς ἀπ' τὶς μυριάδες τοῦ λαοῦ. Δάκρυα καὶ λυγμοὶ τὸν συντρόφευσαν ὥς τὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου εἶχε ἑτοιμασθῆ μεγαλοπρεπὴς ὁ τάφος του. Ἐδῶ εἶχαν ταφῆ καὶ ὁ Ἀρκάδιος καὶ ἡ Εὐδοξία ! Μετὰ τὸ τρισάγιο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Πρόκλος θέλησε νὰ τὸν παρουσιάση στὸ λαὸ ἀπὸ τὸ θρόνο του, ἀπ' ὅπου εἶχε κηρύξει πολλὲς φορὲς τοῦ Θεοῦ τὸ λόγο. Μιὰ μυριόστομη τότε κρυαγὴ βγῆκε ἀπ' τὰ πλήθη. Κραυγὴ πόνου καὶ στοργῆς. "Ἀνάλαβε τὸν θρόνον σου, ὦ πάτερ" !
Τὸ φέρετρο κατέβηκε στὸν τάφο του καί, πρὶν σκεπασθῆ, ὁ αὐτοκράτωρ Θεοδόσιος ἔβγαλε τὴν πορφύρα του καὶ τὸ κάλυψε. Ὕστερα μὲ βουρκωμένα τὰ μάτια γονάτισε καὶ τοῦ ζήτησε συγγνώμη γιὰ τὸν πατέρα καὶ τὴ μητέρα του, παρακαλῶντας τον νὰ λησμονήσῃ τὸ κακὸ ποὺ τοῦ εἶχαν κάνει !
Ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ἀρετὴ θριάμβευσε, ὅπως πάντα!
( Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ὁ φλογερὸς μαχητής, Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος" τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωάννου Γ. Ἀλεξίου, Ἔκδοση Γ΄, Ἀδελφότητος Θεολόγων ἡ "Ζωή", σελ. 184-188))