Ἕως τὰ δεκαπέντε μου χρόνια, ἔπαιζα.
Ἕως τὰ εἰκοσιπέντε μου, ἀγάπησα.
Ἕως τὰ τριανταπέντε μου, πολέμησα.
Ἕως τὰ πενῆντα μου, κέρδισα.
Τώρα, ἀρχίζω νὰ μαθαίνω.
Τὸ χθὲς ἔφυγε. Συνόδευσέ το μὲ εὐχαριστίες.
Τὸ αὔριο δὲν ἦλθε ἀκόμη. Περίμενέ το μὲ ἐλπίδες.
Τὸ σήμερα εἶναι μπροστά σου. Ζῆσε το σὰν στιγμὴ τῆς αἰωνιότητας.
Ἡ ζωὴ εἶναι τέχνη. Μὲ τὰ ἴδια ὑλικά, ἄλλοι στήνουν παράδεισο γύρω τους καὶ ἄλλοι ἀνοίγουν κόλαση.
Ὅπως ἀπὸ τὰ μάρμαρα τῆς Πεντέλης, ποὺ οἱ ἀρχαῖοι ἔφτιαξαν τὸν Παρθενώνα. Οἱ μαρμαράδες ἀπὸ τὰ ἴδια μάρμαρα, φτιάχνουν νεροχύτες.
Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ τί ὁραματίζεσαι γιὰ τὴ ζωὴ καὶ πῶς τὴν ἀξιοποιεῖς.