Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025

π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου : Διαφωτιστικὲς Ἐπιστολές.

 

     

π. πιφάνιος Θεοδωρόπουλος (1930-1989)

 

    νας πό τος πλέον διακεκριμένους θεολόγους καὶ μακαρίους γέροντες τν μερν μας. πό μικρ παιδ διακρίθηκε γι τν ελάβειά του, τν γάπη του γι τν Χριστ καὶ τν κκλησία Του, συνάμα δ κα γι τν ψηλ ξυδέρκειά του. Διακόνησε ς μισθος Κληρικς τν κκλησία μ πολ ζλο, αταπάρνηση κα κριβὴ τήρηση τν ερν Κανόνων. ς διακριτικς κα σοφς Πνευματικς δήγησε πλθος πιστν στν δ τς σωτηρίας. πίσης δρυσε μία πό τς καλύτερες Κοινοβιακς Μονς ν λλάδι. Τ συγγραφικό του ργο εναι ντως μνημειδες. Τ κείμενά του ποπνέουν ρθόδοξο Πατερικ ρωμα κα τν ναδεικνύουν ς να γνήσιο συνεχιστὴ τς ερς Παράδοσης. ξίζει ν τ μελετήσουμε μ πνεμα μαθητείας, ατούμενοι τς σιες εχές του.



  Ἐπιστολὲς τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτου 

π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου

ἀπὸ τὸ βιβλίο του

 “ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ , Οἰκουμενισμὸς καὶ Ζηλωτισμός” 

(Ἀναδημοσίευσις ἄρθρων καὶ ἐπιστολῶν)

Ἐν Ἀθήναις 1986



ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ


(Ἐπιστολιμαία διατριβή)


Ἐν Ἀθήναις τῇ 19ῃ Ἰουνίου 1969


Τῷ Ὁσιωτάτῳ Νικοδήμῳ Μοναχῷ τῆς ἐν Προβάτᾳ Ἁγίου Ὄρους

Συνοδείας τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἐφραίμ

Ἅγιον Ὄρος


Σελ. 75-77


.... Ἀγαπητὲ π. Νικόδημε ·

εἶνε ἐνδεχόμενον νὰ ἀντιμετωπίσω τὴν ἑξῆς ἔνστασιν ὑμῶν : Ὁ ΙΕ΄ Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου δὲν ὁμιλεῖ περὶ παύσεως μνημοσύνου Ἐπισκόπου κηρύττοντος δημοσίᾳ αἱρετικὰς διδασκαλίας ; Ἡ συνείδησις δ’ ἡμῶν ἀποφαίνεται – καλῶς ἤ κακῶς – ὅτι τὰ ὅσα ἔχει εἴπει καὶ πράξει μέχρι σήμερον ὁ Πατριάρχης συνιστῶσιν αἵρεσιν. Διατὶ λοιπὸν ζητεῖς νὰ ἐξακολουθήσωμεν μνημονεύοντες τοῦ Πατριάρχου καὶ νὰ μὴ προσχωρήσωμεν εἰς τὴν Παράταξιν τοῦ πρ. Φλωρίνης ;


Ἡ ἀπάντησίς μου ἔχει δύο ὄψεις :


    α΄) Ὁ Κανὼν εἶναι δυνητικὸς καὶ οὐχὶ ὑποχρεωτικός. Δὲν ἀξιοῖ δηλαδὴ ἀπαραιτήτως παρὰ τῶν Κληρικῶν ὅπως παύσωσι τὸ μνημόσυνον τοῦ αἱρετικὰ διδάσκοντος Ἐπισκόπου πρὸ τῆς καταδίκης αὐτοῦ, ἀλλ’ ἁπλῶς παρέχει εἰς αὐτοὺς τὴν δυνατότητα. Ἄν τις Κληρικός, λέγει ὁ Κανών, ἀποκοπῇ ἀπὸ τοιούτου Ἐπισκόπου “πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως”, οὐδαμῶς παρανομεῖ, διὸ καὶ δὲν ὑπόκειται εἰς ἐπιτίμησιν, ἀλλὰ μᾶλλον ἄξιος ἐπαίνου εἶνε. Ἄν ὅμως ἕτερος Κληρικὸς δὲν πράξῃ τοῦτο, ἀλλά, χωρὶς νὰ ἀσπάζηται τὰς διδασκαλίας τοῦ Ἐπισκόπου, συνεχίσῃ τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ, ἀναμένων “συνοδικὴν διάγνωσιν” καὶ καταδίκην, οὐδαμῶς κατακρίνεται ὑπὸ τοῦ Κανόνος. Ἀνάγνωτε τὸν Κανόνα μετὰ προσοχῆς καὶ θὰ ἴδητε ὅτι δὲν νομοθετεῖ ὑποχρέωσιν, ἀλλ’ ἁπλῶς παρέχει δικαίωμα. Οὐδαμοῦ λέγει ὅτι ὀφείλουσιν οἱ Κληρικοὶ νὰ ἀποχωρίζωνται ἀπὸ τοιούτου Ἐπισκόπου πρὸ τῆς καταδίκης αὐτοῦ, οὐδὲ ὁμιλεῖ περὶ τιμωρίας τινὸς ἤ καὶ ἁπλῶς ἔστω μέμψεως κατὰ τῶν μὴ ἀποχωριζομένων, καίτοι εἶνε συνήθη εἰς τοὺς ἱεροὺς Κανόνας τὰ “καθαιρείσθω” προκειμένου περὶ Κληρικῶν μὴ ἐκπληρούντων εἰς τὸ ἀκέραιον τὰς ἑαυτῶν ὑποχρεώσεις. Ἁπλῶς λέγει ὅτι οἱ ἀποκοπτόμενοι ἀπὸ τοιούτου Ἐπισκόπου Κληρικοὶ δὲν εἶνε κατακριτέοι. Ὅτι τοῦτο εἶναι ἀληθὲς πείθει καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐνῷ ἐν τῇ μακρᾷ ἱστορίᾳ τῆς Ἐκκλησίας καθηρέθησαν ἁμέτρητοι Ἐπίσκοποι ἐπὶ αἱρέσει, οὐδὲποτε ἐτιμωρήθη Κληρικός τις ἤ καὶ ἁπλῶς ἐπετιμήθη διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν ἔσπευσε νὰ ἀποσχισθῇ πάραυτα ἀπὸ τοῦ αἱρετικοῦ Ἐπισκόπου, ἀλλ’ ἀνέμενε τὴν ὑπὸ Συνόδου καταδίκην αὐτοῦ.


    Καὶ β΄) Εἴτε ὑποχρέωσιν καθιεροῖ ὁ Κανὼν εἴτε δικαίωμα ἁπλῶς παρέχει , τὸ βέβαιον εἶνε ὅτι οὐδαμοῦ λέγει ὅτι ὁ παύων τὸ μνημόσυνον τοῦ ἑαυτοῦ Ἐπισκόπου, προσκολλᾶται εἰς τὸν πρῶτον τυχόντα Ἐπίσκοπον. Πολλῷ μᾶλλον δὲν λέγει ὅτι προσκολλᾶται εἰς Ἐπισκόπους, καθ’ ὧν ἐξεγείρονται δεινῶς οἱ ἱεροὶ Κανόνες. Ὁ παύων τὸ μνημόσυνον τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου Κληρικός, ἀρκεται εἰς τοῦτο, ἀποφεύγει νὰ μνημονεύσῃ ἑτέρου καὶ ἀναμένει ἐν ρεμίᾳ συνειδήσεως τὴν κρίσιν τῆς Συνόδου. Αὐτό, καὶ μόνον αὐτό, εἶνε τὸ νόημα τοῦ Κανόνος.


Ἀγαπητέ π. Νικόδημε ·


ζῶμεν ἐν ἐποχῇ τρομερᾶς συγχύσεως. Προσοχὴ μὴ παρασυρθῶμεν ὑπὸ τῶν ποικίλων ἀνέμων. Καλούμεθα νὰ βαδίσωμεν ἐπὶ σχοινίου. Προσοχὴ μὴ πέσωμεν οὔτε δεξιὰ οὔτε ἀριστερά. Σχεδὸν πάντα τὰ σχίσματα ἐν τῇ Ἐκκλησία ἐδημιούργησεν ἡ αὐτοπεποίθησις καὶ ἡ ἄκριτος σπουδή. Αὔριον θὰ ἀπέλθῃ ὁ Πατριάρχης ἐκ τοῦ κόσμου καί, τὶς οἶδεν ; ἴσως διαδεχθῇ αὐτὸν συνετὸς ἄνθρωπος, ὁπότε... τέρμα εἰς τὴν ἑνωτικὴν ὑστερίαν καὶ τὰ φιλοπαπικὰ παραληρήματα... Ἄν ὅμως ἔχωμεν δημιουργήσει σχίσματα, πῶς θὰ ἐπουλώσωμεν τὰς πληγὰς τῆς Ἐκκλησίας ; Ὅσον εὐκόλως δημιουργεῖται ἕν σχίσμα, τόσον δυσκόλως καταπαύεται. Ἀνάγνωθι τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ σὲ καταλάβῃ τρόμος. Νομίζεις ὅτι εἶνε εὔκολον νὰ κρατήσωμεν μέχρι τέλους εἰς πειθαρχίαν τὸ ρεῦμα ; Καλὸν εἶνε νὰ μὴν ἀνοίξωμεν τὰ στόμια τοῦ φράγματος. Ἅπαξ καὶ ἀνοιχθῶσι ταῦτα, τὸ ρεῦμα θὰ διαφύγῃ τοῦ ἐλέγχου ἡμῶν καὶ ἀσυγκράτητον θὰ κατακλύζῃ τὰ πάντα. Ὅταν ἐκκαύσωμεν τὸν φανατισμὸν τοῦ ὄχλου (ἡ δ’ ἔκκαυσις εἶναι ἀναγκαία πρὸς δημιουργίαν καὶ διατήρησιν τῶν σχισμάτων), εἶνε ἀδύνατον ἔπειτα νὰ ἐπιβάλωμεν τάξιν. Πολλάκις ἐν τῇ ἱστορίᾳ αἱ ἐκτροπαὶ ἔφθασαν μέχρι βεβηλώσεων, μέχρι συμπλοκῶν, μέχρι φόνων. Ἄν δὲ τολμήσῃ τις ἐκ τῶν ἡγετῶν τῶν σχισμάτων νὰ συστήσῃ μετριοπάθειαν καὶ διαλλακτικότητα, θὰ χαρακτηρισθῇ πάραυτα προδότης καὶ θὰ ἀποκηρυχθῇ ἐπιπλεόντων πάντοτε τῶν πλειοδοτούντων εἰς ἀδιαλλαξίαν. Ἐντεῦθεν δημιουργοῦνται σχίσματα ἐντὸς τῶν σχισμάτων, διχασμοί, διαιρέσεις, κατατμήσεις, ἀνηλεεῖς ἐσωτερικοὶ πόλεμοι. Ἴδε τοὺς ἀγαπητοὺς Παλαιοημερολογίτας ! Ἡνωμένοι ἦσαν ὅτε ἀπεχωρίσθησαν ἐκ τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Λίαν ἐνωρὶς ἤρξαντο διαιρούμενοι. Σήμερον εἰς πόσας ἀλληλοκατηγορουμένας Ὁμάδας εἶνε κατατετμημένοι ; Ἴσως εἰς πλείονας τῶν 7-8 ! Καὶ ἐνῷ πάντες τὰ αὐτὰ φρονοῦσιν, ἐν τούτοις οἱ μὲν βλέπουσι τοὺς δὲ ὡς προδότας, καὶ δολιοφθορεῖς τοῦ “Ἀγῶνος”....





ΕΠΙΣΤΟΛΙΜΑΙΑΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ

Α΄


Σελ. 81-82


Ἐν Ἀθήναις τῇ 11ῃ Αὐγούστου 1969


Ἀγαπητέ μοι π. Νικόδημε ·

χαῖρε ἐν Κυρίῳ πάντοτε.

Μετὰ πολλῆς χαρᾶς ἔλαβον τὴν ἐπιστολήν σου, εἰς ἥν καὶ ἀπαντῶ τὰ ἑξῆς :



1. Ἡ παῦσις τοῦ μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχου, εἰς ἥν κατελήξατε, εἶνε τὸ ἔσχατον ὅριον ὅ ἐπιτρέπουσιν οἱ ἱεροὶ Κανόνες. Μὴ προχωρήσητε περαιτέρω (δηλαδὴ εἰς ἀποδοχὴν μνημοσύνου ἑτέρων Ἐπισκόπων), διότι τότε προσχωρεῖτε εἰς σχίσμα ! Ἐφ’ ὅσον νῦν ἀρκεῖσθε εἰς αὐτὸ καὶ συνεχίζετε “κοινωνοῦντες μετὰ τὴς κρατούσης μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ μετὰ πασῶν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν”, ὡς γράφεις, ἵστασθε ἐπὶ ἐδάφους Ἐκκλησιαστικῶς ἀσφαλοῦς. Προσοχὴ μὸνον μὴ σημειωθῇ καὶ ἕτερον βῆμα !


Περὶ τῆς ἐκφωνήσεως “ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν ....τὸν ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον...”


2. Ἐφ’ ὅσον ἀρκεῖσθε εἰς αὐτὸ καὶ δὲν προβαίνετε εἰς ἀποκήρυξιν τοῦ Πατριάρχου (ὅπως ἔπραξαν ἄλλοι), δηλαδὴ εἰς διακήρυξιν ὅτι οὗτος εἶνε πλέον ἔκπτωτος, εἶνε καθηρημένος, ἐστερήθη τῆς Χάριτος, δὲν τελεῖ ἔγκυρα Μυστήρια κ.λ.π., δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ κατηγορηθῆτε ἐπὶ προτεσταντισμῷ. Ὁ ΙΕ΄ Κανὼν τῆς Πρωτοδευτέρας ἐπιτρέπει μὲν εἰς τὰ ἄτομα τὴν παῦσιν τοῦ μνημοσύνου πρὸ “Συνοδικῆς διαγνώσεως”, δὲν ἀνατίθησιν ὅμως εἰς τὰ ἄτομα τὰς δίκας καὶ καταδίκας τῶν αἱρετικῶν Ἐπισκόπων. Τοῦτο εἶνε ἔργον οὐχὶ ἀτόμων, ἀλλὰ Συνόδου.

... 5. Θὰ ἤθελον ἀκόμη νὰ διασαφήσω τὴν ἔννοιαν ὑφ’ ἥν λέγεται τὸ “ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας”, διότι βλέπω ποιάν τινα σύγχυσιν τῶν πραγμάτων ἐν τῇ ἐπιστολῇ σου. Λοιπόν, τὰ τρία ἐπίθετα “σῶον” , “ἔντιμον”, “ὑγιᾷ” καὶ αἱ δύο μετοχαὶ “μακροημερεύοντα” καὶ “ὀρθοτομοῦντα” δὲν εἶναι ἐπιθετικοὶ προσδιορισμοὶ καὶ ἐπιθετικαὶ μετοχαί, ἀλλὰ κατηγορούμενα. Λέγοντες, δηλαδή, τὸ “Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν...”, δὲν παρέχομεν πιστοποιητικὰ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι “σῶος” καὶ “ἔντιμος”, καὶ “ὑγιής” καὶ ὀρθοτομεῖ τὴν ἀλήθειαν ! Ὄχι ! Ἀλλὰ παρακαλοῦμεν ἁπλῶς τὸν Κύριον νὰ χορηγῆ εἰς τὸν Ἐπίσκοπον ἐντιμότητα, ὑγείαν, ὀρθοτομίαν τῆς ἀληθείας κ.τ.λ. (“... ὅν χάρισαι ταῖς ἁγίαις Σου Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ σῶον, ἔντιμον, κ.λ.π....”). Εὐχὴν ἐκφράζομεν, δὲν χορηγοῦμεν βεβαιώσεις ! Ἄλλως θὰ ἐψευδόμεθα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, λέγοντες οὐ μόνον τὸ “ὀρθοτομοῦντα”, ἀλλὰ καὶ τὸ “ἔντιμον” καὶ τὸ “ὑγιᾶ“ , δεδομένου ὅτι ἐνίοτε ὁ Ἐπίσκοπος ἐνδέχεται νὰ εἶνε οὐχὶ “ἔντιμος”, ἀλλὰ προδήλως ἀνέντιμος, ἤ ἐνδέχεται νὰ εἶνε οὐχὶ ὑγιής, ἀλλὰ βαρέως ἀσθενὴς καὶ κατάκοιτος. Εὐχόμεθα λοιπόν, δὲν πιστοποιοῦμεν !






Μία ἀπάντησις εἰς τὰ δημιουργηθέντα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Οὐκρανίας



Β΄

Ἐν Ἀθήναις τῇ 22ᾳ Ἰουλίου 1971


Προσφιλέστατέ μοι π. Νικόδημε ·

χαῖρε πάντοτε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.


Ἀπὸ σελ. 87 καὶ ἔπειτα.


....4. Ἂν μία Σύνοδος Ὀρθόδοξος καταδικάση τινά, δὲν δύναται ἄλλης τοπικῆς Ἐκκλησίας Σύνοδος νὰ ἀθωώση αὐτόν. Ἂν δὲ συμβῆ τοτο, ἡ δευτέρα ἀπόφασις εἶνε ἄκυρος. Δηλαδή: Ἂν Κληρικὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καταδικασθῆ π' αὐτῆς καὶ προσφύγῃ εἰς ἄλλην Ἐκκλησίαν, π.χ. εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Σερβίας, καὶ ζητήση νὰ κριθῆ π' αὐτῆς, ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας θὰ ἀπορρίψη τὴν ἀξίωσιν αὐτο, δηλοσα ὅτι αὔτη εἶνε τελείως ἀναρμόδιος, τῆς ἁρμοδιότητος ὑπαρχούσης εἰς μόνην τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος. Ἂν δὲ τυχὸν δεχθῆ τὸ αἴτημα ἡ Ἐκκλησία τῆς Σερβίας καὶ κρίνη αὐτὴ τὸν εἰρημένον Κληρικόν, ἡ ἀπόφασις αὐτῆς, ὡς παρὰ Κανόνας ἐκδοθεῖσα, εἶνε ἄκυρος πάντῃ, δημιουργεῖ δὲ καὶ κανονικς εὐθύνας.
Ἂν τὰ παραπτώματα το
Κληρικο αὐτο δὲν εἶνε κωλυτικ τῆς ἱερωσύνης καὶ βραδύτερον μετανοήση δι’ αὐτά, τότε ἡ μόνη δυναμένη νὰ ἀποκαταστήση αὐτὸν εἶνε πάλιν ἡ ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Οὐδέποτε ἐπιτρέπεται ἐπέμβασις μίας Ὀρθοδόξου ἐκκλησίας εἰς τὰ ἐσωτερικὰ ἑτέρας.
Ἄλλως, ἐννοεῖται, ἔχει τὸ πρ
γμα ἅν μία Τοπικὴ Ὀρθόδοξος κκλησία αἰτήσηται παρ' ἄλλης παρ' ἄλλων τὴν βοήθειαν αὐτῶν διὰ τὴν λύσιν ἑνὸς ἐσωτερικο αὐτῆς ζητήματος. Τότε δὲν πρόκειται περὶ αὐθαιρέτου ἐπεμβάσεως, λλ περὶ ἀδελφικῆς συμπαραστάσεως.
Μόνον Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ὡς ὑπ
ερτάτη ρχή, δύναται νὰ παρέμβη εἰς τὰ ἐσωτερικὰ Τοπικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ νὰ ρυθμίσ τατα κατὰ τὴν κρίσιν αὐτῆς. Δύναται π.χ. Κληρικὸς μιᾶς Τοπικῆς Ἐκκλησίας (καὶ μάλιστα Προκαθήμενος αὐτῆς), φρονῶν ὅτι κατεδικάσθη ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας αὐτο ὅλως ἀδίκως καὶ παρὰ τοὺς Κανόνας, νὰ καταφύγ δι’ ἐκκλήσεως πρὸς τὰς ἄλλας Τοπικς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί, διεκτραγωδῶν τὴν ἄδικον περιπέτειαν αὐτο, νὰ ζητήση ἀπόδοσιν δικαιοσύνης. Ἂν αἱ ἄλλαι Ἐκκλησίαι εὕρωσι βάσιμα τὰ παράπονα αὐτο, δύνανται νὰ φθάσωσιν μέχρι συγκλήσεως Μεγάλης Συνόδου, ἥς ἡ ἀπόφασις θὰ εἶνε ὑποχρεωτικὴ δι’ ἅπαντας. Μονομερὴς παρέμβασις μίας Τοπικῆς Ἐκκλησίας εἰς τὰ ἐσωτερικὰ ἄλλης εἶνε ἀπαράδεκτος. Τατα πάντα, ἐννοεῖται, προκειμένου περὶ Τοπικῶν κκλησιῶν Ὀρθοδόξων καὶ οὐχὶ αἱρετικῶν.



Περὶ σχισματικῶν


     5. Ἡ λέξις «ἄκυρον», προκειμένου περὶ Μυστηρίων, ἄλλοτε μὲν χαρακτηρίζει τὰ τελείως ἀνυπόστατα (ἤτοι ἀνύπαρκτα) Μυστήρια καὶ ἄλλοτε τὰ ὑποστατὰ μέν, ἀλλ’ ἀντικανονικῶς τελεσθέντα. Ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ἐννοίας, ἥν ἑκάστοτε δίδομεν εἰς τὴν λέξιν «ἄκυρον».

    6. «Ζηλωτὴς» ἐπιστρέφων δύναται ἐπιεικῶς νὰ γένηται δεκτὸς καὶ δι’ ἁπλῆς Ἐξομολογήσεως ἐνώπιον το Πνευματικο. Ἂν εἶνε Κληρικός, θὰ ζητήση παρὰ το Ἐπισκόπου τὴν ἀποκατάστασιν αὐτο διὰ τῆς κανονικῆς διαδικασίας. Ἡ μεταβολὴ Παρατάξεων «κάθε τόσο» δεικνύει προφανῶς ἀστάθειαν. Ἀτυχῶς δὲ τοτο εἶνε σύνηθες εἰς τοὺς Παλαιοημερολογίτας.

   ... 9. Ἀγαθς σχέσεις μετὰ «ζηλωτῶν» δυνάμεθα νὰ ἔχωμεν. Μυστήρια ὅμως ἐξ αὐτῶν δὲν εἶνε ἐπιτετραμμένον νὰ λαμβάνωμεν. Ἂν ἔχουσιν οὗτοι, ὡς γράφεις, κοινωνίαν μετὰ τῆς κκλησίας μῶν, τότε μεταβάλλεται ἡ κατάστασις. Ὑπάρχουν ὅμως «ζηλωταὶ» κοινωνοντες μετὰ τῆς ἡμετέρας κκλησίας ;


Περὶ αἱρετικῶν


    ... 12-13. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἀναμφιβόλως δὲν πρέπει νὰ συμπροσεύχωνται ἄλλως πως νὰ ἔχουσιν θρησκευτικὴν κοινωνίαν μετὰ τῶν αἱρετικῶν (Παπικῶν, Διαμαρτυρομένων κ.λπ. ). (Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ προκειμένου περὶ σχισματικῶν). Ἂν τὶς ὅμως συμπροσεύχηται ( ἄλλως πως κοινωνῆ) μεθ' αἱρετικῶν, εἶνε μὲν παραβάτης τῶν ἱερῶν Κανόνων καὶ ἄξιος ἐκκλησιαστικῶν ποινῶν, δὲν εἶνε ὅμως αὐτομάτως καὶ αἱρετικός. Ἐνδέχεται νὰ πιστεύη Ὀρθοδόξως, νὰ ἀποδοκιμάζη πάσαν ἐτεροδιδασκαλίαν, ἄλλα νὰ μὴ θεωρῆ κακὸν τὰς μεθ' ἑτεροδόξων θρησκευτικς ἐπαφάς. τοιοτος εἶνε, ἐπαναλαμβάνω, δεινὸς παραβάτης τῶν ἱερῶν Κανόνων, ἄλλα δὲν εἶνε αἱρετικός.
Ἂν ὅμως δὲν
ρκται εἰς τοτο, ἄλλα καὶ κηρύσση αἱρετικὰ φρονήματα, τότε ἔχει ἄλλως τὸ πργμα. Τότε εἶνε αἱρετικός. Αἱρετικὸς δὲ εἶνε, φ' ὅσον κηρύσσει αἱρετικὰ φρονήματα, ἔστω καὶ ἅν δὲν ἔχη οὐδεμίαν κοινωνίαν μετ' ἄλλων αἱρετικῶν.
Ἀλλ’ οἱ αἱρετικοὶ εἶνε δύο εἰδῶν: Ἐκεῖνοι, τοὺς ὁποίους ἡ
κκλησία ἐδίκασε καὶ κατεδίκασε καὶ ἀπέκοψε ἐκ το Σώματος αὐτῆς, καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ποίοι οὔτε κατεδικάσθησαν ἀκόμη ὑπὸ τῆς κκλησίας οὔτε ἐξῆλθον αὐτοβούλως ἐξ αὐτῆς, λλ διατελοῦσιν ἀκόμη ἐντς τς κκλησίας. Μία τοιαύτη περίπτωσις εἶνε ἡ περίπτωσις το Πατριάρχου. Πατριάρχης θηναγόρας ἔχει κηρύξει αἱρετικὰ φρονήματα. Οὔτε κατεδικάσθη ὅμως εἰσέτι ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας οὔτε ἀπεκήρυξεν αὐτὸς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐξῆλθεν ἐξ αὐτῆς. Παραμένει καὶ ἐνεργεῖ ἐντς τς κκλησίας. Συνεπῶς εἶνε ἀκόμη ἀγωγὸς Χάριτος. Τελεῖ Μυστήρια. Ἡμεῖς τί δυνάμεθα νὰ πράξωμεν;
    α
΄) Νὰ προσευχώμεθα ὑπὲρ ἀνανήψεως καὶ μετανοίας αὐτο.
    β
΄) Νὰ διαμαρτυρώμεθα κατ' αὐτο καὶ νὰ ἀγωνιζώμεθα. Ἂν δὲ ἡ συνείδησις τινος δὲν ἀνέχηται νὰ μνημονεύη το ὀνόματος αὐτο, ἔχει τὸ δικαίωμα, προβαίνων ἔτι περαιτέρω, νὰ παύση τὸ μνημόσυνον αὐτο, συμφώνως τῷ ΙΕ΄ Κανόνι τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Τοτο ὅμως εἶνε τ ἔσχατον βῆμα, εἰς τὸ ὁποῖον δύναται νὰ προχώρηση, ἅν θέλη νὰ μὴ εὑρεθῆ εἰς σχίσματα καὶ εἰς ἀνταρσίας. Παύων δηλαδὴ τὸ μνημόσυνον, δὲν θὰ μνημονεύη ἑτέρου Ἐπισκόπου (ἐκτὸς ἅν πιστεύη ὅτι ὅληκκλησία μῶν πεσεν εἰς αἵρεσιν!), λλ θὰ ἀναμένη, ὡς προέγραψα, ἐν τ «Ἐπιστολιμαί Διατριβ» μου, μετ' ἠρέμου συνειδήσεως τὴν κρίσιν Συνόδου.


Ἕτερον πρόβλημα: Οἱ παύοντες τὸ μνημόσυνον πῶς θὰ φέρωνται πρὸς τοὺς κοινωνοντας μετὰ το Πατριάρχου; Οἱ κοινωνοντες μετὰ το Πατριάρχου εἶνε δύο κατηγοριῶν: α΄) Οἱ ὁμόφρονες αὐτῶ (ὡς Ἀμερικῆς Ἰάκωβος, Χαλκηδόνος Μελίτων κ.λ.π. ) καὶ β΄) οἱ μὴ συμφωνοντες αὐτῶ (ὡς πάντες σχεδὸν οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς κκλησίας τῆς Ἑλλάδος). Ἔναντι τῶν πρώτων θὰ φέρωνται ὅπως καὶ ἔναντί το Πατριάρχου. Ἔναντι ὅμως τῶν δευτέρων, ἔστω καὶ ἅν οὗτοι κοινωνον μετὰ το Πατριάρχου τῶν ἄλλων, δὲν δύνανται νὰ φέρωνται ὁμοίως. Δὲν δύνανται δηλαδὴ νὰ φθάσουν μέχρι παύσεως το μνημόσυνου αὐτῶν. Δὲν ἐπιτρέπεται, κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, ἀποφυγ τῆς μετ' αὐτῶν κοινωνίας. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες παρέχουσιν δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου το αἱρετικς διδασκαλίας κηρύσσοντος Ἐπισκόπου Πατριάρχου, δὲν παρέχουσιν ὅμως δικαίωμα παύσεως μνημοσύνου καὶ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι, Ὀρθόδοξοι ὄντες, ἀνέχονται αὐτόν.
    Μεγάλη προσοχὴ εἰς τὸ σημεῖον το
το! Ὀφείλομεν νὰ διακρίνωμεν μεταξὺ τῶν δύο καταστάσεων: Ἄλλο ὁ κηρύσσων αἱρετικὰ φρονήματα καὶ ἄλλο Ὀρθοδόξως φρονῶν καὶ διδάσκων, ἀλλὰ, κατ' οἰκονομίαν, ἀνεχόμενος τὸν πρῶτον καὶ κοινωνῶν μετ' αὐτο.
    Ἐπίσης: Ἄλλο
κηρύσσων μὲν αἱρετικὰ φρονήματα, ἀλλὰ μὴ ἐξελθῶν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, μηδὲ ἀποκοπες π' αὐτῆς, καὶ ἄλλο ὁ ἐξελθν αὐτοβούλως ἐκ τῆς Ἐκκλησίας (καὶ ἱδρύσας ἰδίαν «Ἐκκλησίαν» προσχωρήσας εἰς ἑτέραν τοιαύτην, αἱρετικὴν σχισματικήν), ἀποκοπες ὑπὸ τῆς κκλησίας, κατόπιν δίκης καὶ καταδίκης. Μετὰ το δευτέρου πᾶς Ὀρθόδοξος ὀφείλει νὰ μὴ ἔχη οὐδεμίαν κοινωνίαν · μετὰ το πρώτου ὅμως κοινωνία (μέχρι τῆς καταδίκης αὐτο) ἀφίεται ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων εἰς τὴν ἐλευθέραν κρίσιν ἑκάστου Ὀρθοδόξου πιστο.
Ἔχομεν δηλαδὴ
δικαίωμα, παρεχόμενον ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, νὰ παύσωμεν τὸ μνημόσυνον αὐτο, δὲν εἴμεθα ὅμως ὑποχρεωμένοι νὰ πράξωμεν οὕτω. Κατ' ἀκολουθίαν, ἅν τις, χρησιμοποιῶν τὸ δικαίωμα αὐτο, παύσ τὸ μνημόσυνον, καλῶς ποιεῖ καὶ δὲν πρέπει νὰ ἐλέγχηται ὑπὸ τῶν ἄλλων · ἄν ἕτερος, σταθμίζων διαφόρους παράγοντας, κρίν ὅτι δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιήσ τὸ κανονικὸν δικαίωμα αὐτο, λλ νὰ ἀναμέν τὴν «Συνοδικὴν διάγνωσιν», δὲν εἶνε ἀξιόμεμπτος, οὔτε, πολλῶ μᾶλλον, ἄξιος ἀκοινωνησίας! Ἐν τῷ σημείω τούτω δύναταί τις νὰ ἐφαρμόσ, προσηρμοσμένους πως, τοὺς λόγους το Παύλου: «Ὁ μνημονεύων τὸν μὴ μνημονεύοντα μὴ ἐξουθενείτω καὶ «ὁ μὴ μνημονεύων τὸν μνημονεύοντα μὴ κρινέτω» (βλέπε Ρωμαίους Ιδ΄ 3).

    Τότε, θὰ εἴπης, ποῖον τὸ κέρδος μῶν ἐκ τῆς ἀποφυγῆς του μνημοσύνου το Πατριάρχου, ἀφο θὰ ἔχωμεν κοινωνίαν μετὰ τοῦ Ἐπισκόπου Δρυϊνουπόλεως π. χ. , ὁ ὁποῖος μνημονεύει το Πατριάρχου; Δὲν μολυνόμεθα οὕτω, κοινωνοντες ἐμμέσως τῷ κηρύσσοντι αἱρετικὰ φρονήματα;
    Ἀλλ’ ἡ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου, «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως» καὶ καταδίκης, δὲν ἔχει τὴν ἔννοιαν ἀποφυγῆς μολυσμο ἐκ τῆς κηρυττομένης αἱρέσεως! Ὄχι, ἀδελφέ μου! Ἂν εἶχεν αὐτὴν τὴν ἔννοιαν, τότε οἱ Κανόνες δὲν θὰ παρεῖχον ἁπλῶς δικαίωμα παύσεως μνημόσυνου δι’ αἵρεσιν «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως», ἀλλά θὰ ἐθέσπιζον ρητὴν καὶ σαφῆ ὑποχρέωσιν μετ' ἀπειλῆς βαρυτάτων ποινῶν ἐν ἐναντί περιπτώσει.
    Ἡ διακοπὴ μνημόσυνου δι’ αἵρεσιν «πρὸ Συνοδικῆς διαγνώσεως» ἔχει ἄλλην ἔννοιαν. Ἀποτελεῖ ἔντονον, ἄλλα καὶ ἐσχάτην διαμαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου συνειδήσεως, παρέχει μίαν διέξοδον διὰ τοὺς σκανδαλιζομένους, ἅμα δὲ καὶ σκοπεῖ εἰς τὴν δημιουργίαν ἀναταραχῆς, ὥστε ἡ
κκλησία νὰ ἐπισπεύσ τὴν ἐκκαθάρισιν τῆς καταστάσεως.
Δὲν ὑπάρχει κίνδυνος νά... μολυνθῶμεν, οὔτε μνημονεύοντες το Πατριάρχου (ἐφ' ὅσον ἀκόμη δὲν κατεδικάσθη), οὔτε, πολλῶ μᾶλλον, δεχόμενοι εἰς κοινωνίαν τοὺς μνημονεύοντας αὐτο. Τὰ ἀντιθέτως λεγόμενα εἶνε ἀνόητοι «ζηλωτισμοί».
    Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων δὲν ἐμολύνθη καίτοι ἔλαβε
χειροτονίαν ἐπισκοπικὴν παρὰ τοῦ Μητροπολίτου Καισαρείας Ἀκακίου, ὁ ὁποῖος ἦτο μὲν δεδηλωμένος ἀρειανὸς (καὶ μάλιστα ἀρχηγὸς μίας μερίδος τῶν ἀρειανῶν), ἀλλ’ ἀκόμη διετέλει καὶ ἐνήργει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ γιος νατόλιος ἐχειροτονήθη καὶ αὐτὸς πίσκοπος (καὶ μάλιστα Πατριάρχης Κων/πόλεως) παρὰ το Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Διοσκόρου, ὁ ὁποῖος ἦτο μὲν μονοφυσίτης καὶ μέγας προστάτης το αἱρεσιάρχου Εὐτυχος, ἀλλὰ δὲν εἶχεν ἀκόμη καταδικασθῆ ὑπὸ τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἂν λοιπὸν δὲν μολύνη οδ' ατ ἡ χειροτονία παρ' Ἐπισκόπων, κηρυσσόντων μὲν αἱρετικὰ φρονήματα, ἀλλὰ μήπω Συνοδικῶς καταδικασθέντων, παραμενόντων δ' ἀκόμη ἐντς τς Ἐκκλησίας, πολλῷ μᾶλλον δὲν μολύνει τὸ μνημόσυνον αὐτῶν καὶ ἀκόμη περισσότερον δὲν μολύνει ἡ κοινωνία μετὰ προσώπων ἀνεχομένων οἰκονομικῶς αὐτοὺς καὶ διατηρούντων τὸ μνημόσυνον αὐτῶν.


    ... Πρόσχωμεν! Ἐν ταπεινώσει, ἐν προσευχ, ἐν νηστεία, ἐν κατανύξει, ζητήσωμεν παρὰ το Κυρίου φωτισμὸν πῶς δεῖ μᾶς περιπατῆσαι ἐν τοῖς ἐπερχομένοις. Διπλος ὁ κίνδυνος τῆς Ἐκκλησίας : Ἔνθεν ὁ σατανοκίνητος Οἰκουμενισμὸς καὶ ἐκεῖθεν ὁ ψυχώλεθρος Φανατισμός, ὁ δηγῶν τελικῶς εἰς φρικαλέας βλασφημίας καὶ αἱρέσεις καὶ ἐπισκοτίζων τὴν ἀλήθειαν. Φοβηθῶμεν ἀμφότερα καὶ ἀμφότερα φύγωμεν. Οὐκ ἐκκλινομεν οὔτε δεξιὰ οὔτε ἀριστερά. Μέσῃ καὶ βασιλικῇ δῷ πορευσόμεθα. Ατη δ' ἐστίν ἡ τῆς ἀκηράτου Ὀρθοδοξίας ὁδός, τις καὶ ἀκριβείας φύλαξιν οἶδε καὶ οἰκονομίας ἐπίδειξιν οὐκ ἀγνοεῖ.

    Χαῖρε, ἀδελφέ. Καὶ πάλιν ἐρῶ, χαῖρε! Χαῖρε, ἐν μέσω πάσης θλίψεως καὶ πάσης δύνης. Ἰησος γὰρ «παρεδόθη διὰ τὰς ἁμαρτίας μῶν καὶ ἠγέρθη διὰ τὴν δικαίωσιν μῶν» (Ρωμαίους Δ΄ 25).
    Δεήθητε δὲ πάντες ἐκτενῶς καὶ ὑπὲρ τῆς ἐμῆς ἀθλιότητος, ὅτι ἐν ποικίλ
ἀγῶνί εἰμι. Ἐν παντὶ θλίβομαι. «Ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι» (Β΄ Κορινθίους Ζ΄ 5. Ἴδε ἑρμηνείαν Π. Τρεμπέλα).
    Πρόθυμος πάντοτε διὰ π
σαν ἐξυπηρέτησιν καὶ ἐπικαλούμενος πάντων ὑμῶν τὰς εὐχάς, διατελῶ μετὰ βαθείας ἐν Χριστῷ Ἰησο τῷ Κυρίῳ μῶν ἀγάπης καὶ τιμῆς”.

 

Υ.Γ.:  Οἱ σημειώσεις  μὲ κόκκινο χρῶμα εἶναι τοῦ blog.