ΠΡΟΔΩΣΕ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821;
ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝ/ΛΕΩΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε΄
(ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, ο ΕΚ ΔΗΜΗΤΣΑΝΗΣ)
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΟΧΗΣ
Γεννημένος από φτωχική οικογένεια στη Δημητσάνα της Πελοποννήσου το 1746 κατόρθωσε λόγω της ευφυΐας του ο μικρός Γεώργιος Αγγελόπουλος, Γρηγόριος είναι το μοναχικό του όνομα, να διακριθεί στα γράμματα και να υποστηριχθεί από την Εκκλησία. Φοιτά μετά από τη Δημητσάνα στα φημισμένα σχολεία της Σμύρνης, της οποίας σε λίγο θα γίνει μητροπολίτης.
Το πέρασμά του από τη Σμύρνη ως Μητροπολίτη και από την Κωνσταντινούπολη ως Πατριάρχη θα συνδεθεί με ένα εκπαιδευτικό φούντωμα, με ίδρυση σχολείων, τυπογραφείων, συγγραφή διδακτικών βιβλίων, ενίσχυση δασκάλων και μαθητών, που δεν τολμούν ούτε οι αντικληρικό πνεύμα έχοντες Έλληνες διαφωτιστές του εξωτερικού να το αμφισβητήσουν.
Η προπαρασκευή και το ξέσπασμα της επαναστάσεως του 1821 βρίσκουν τον Γρηγόριο στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, επί κεφαλής όχι μόνον της Εκκλησίας αλλά και του Γένους, εκκλησιαστικό και πολιτικό συγχρόνως αρχηγό των Ορθοδόξων, εθνάρχη, υπεύθυνο νομικά απέναντι του κατακτητή για ο,τιδήποτε συνέβαινε μεταξύ των υποδούλων.
Κουβαλούσε ο Γρηγόριος στο μεγάλο και υπεύθυνο αυτό λειτούργημά του μακραίωνη παράδοση που τη θεμελίωσε ο πρώτος μετά την άλωση πατριάρχης Γεννάδιος Β’ Σχολάριος με τα προνόμια που του παραχώρησε ο Μωάμεθ, από θαυμασμό προς τη σοφία και την ακτινοβολία του.
Προδομένο και τότε το Γένος, το 1453, από τους συμμάχους και αποκοιμισμένο από τους πολιτικούς του ηγέτες βρήκε στήριγμα και στέγη στην Εκκλησία, που το παρέλαβε κυριολεκτικά εκμηδενισμένο από τα χέρια των πολιτικών ηγετών, στο χείλος της αβύσσου και της καταστροφής, του γιάτρεψε τις πληγές και το κατέστησε πρώτη πνευματική και οικονομική δύναμη της μεγάλης Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που κατάντησε να κυβερνάται από τους ευφυείς και δραστήριους Έλληνες Φαναριώτες, οι οποίοι δεν διέφυγαν και αυτοί τη λασπολογία στρατευμένων ιστορικών.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ
Ήταν και τότε 10 Απριλίου του 1821, πριν από 190 χρόνια, ημέρα Κυριακή του Πάσχα, το αιώνιο και καλύτερο για τον εθνομάρτυρα Πατριάρχη Πάσχα. μετά τη μαρτυρική Μεγάλη Εβδομάδα που πέρασε εισήλθε με όργανο το σχοινί της αγχόνης και μετά από πολλούς ονειδισμούς και εμπτυσμούς, ως γνήσιος μαθητής του Εσταυρωμένου Χριστού, στο ανέσπερο φως της θεϊκής βασιλείας, και τιμήθηκε από τον Ελληνισμό με πρωτοφανείς τιμές και δόξες, επάξιες του μαρτυρίου και της μεγάλης του προσφοράς.
Υπάρχει λόγος επιτακτικός που επιβάλλει να παρουσιασθούν ο σταυρός και η δόξα του εθνομάρτυρα Πατριάρχη, λόγος που συνδέεται όχι μόνο με την εθνική μας φιλοτιμία και ταυτότητα, αλλά με την ίδια την ύπαρξη του Γένους μας, του Ελληνορθοδόξου πολιτισμού μας.
Σήμερα απολαμβάνουμε όλα τα αγαθά που μας παρέχει η κοινωνία μας. Ζούμε με όλη μας την ησυχία. Ούτε ευθύνη έχουμε, ούτε αγωνία, φυσικά, για την καταταλαιπωρημένη Ρωμηοσύνη. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος όμως τότε καθόταν στα κάρβουνα. Η οργή του Σουλτάνου ήταν μια τρομερή πραγματικότητα. Οι σφαγές, που άρχιζαν από την κορυφή και έφθαναν στην βάση, ήταν μια άλλη φρικαλέα πραγματικότητα. Η απειλή της σφαγής των Χριστιανών ΤΟΝ ΒΑΡΥΝΕ σε απόλυτο βαθμό, αφού ήταν Μιλετ-μπασής (εθνάρχης), αναγνωρισμένος και υπεύθυνος έναντι του Σουλτάνου. Γι΄ αυτό και προχώρησε σε εικονικό αφορισμό.
1. Η ιστορία μας μιλάει για την οξύτητα, με την οποία ο Σουλτάν Μαχμούτ Β΄ αντέδρασε στην Επανάσταση. Μόλις πληροφορήθηκε την εξέγερση των Ελλήνων στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες:
α) Έπαυσε δύο μεγάλους Βεζίρηδες σε διάστημα ολίγων ημερών με μόνο αιτιολογικό την επιεική τους στάση έναντι των Ρωμηών. Το γεγονός είναι πολύ ενδεικτικό.
β) Κάλεσε τον Σεϊχουλισλάμη, δηλ. τον υπέρτατο θρησκευτικό αρχηγό όλου του Ισλάμ, και τον διέταξε να εκδώσει φετβά, δηλ. διακήρυξη, με την οποία να καλεί τους Μουσουλμάνους να εξαφανίσουν κάθε ίχνος χριστιανών από την Αυτοκρατορία ολόκληρη, που έτσι θα γινόταν αμιγώς ισλαμική. Ο Σεϊχουλισλάμης όμως ήταν άνθρωπος δίκαιος και εύσπλαχνος. Και γι’ αυτό ζήτησε διορία να το σκεφτεί.
Ο Πατριάρχης Γρηγόριος το πληροφορήθηκε. Και συνοδευόμενος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο, που προς τιμήν του βλέπουμε την υπογραφή του σε όλα τα αφοριστικά εκείνα, τους μεγάλους δραγουμάνους Κωνσταντίνο και Νικόλαο Μουρούζηδες, και τον αυθέντη Καλλιμάχη, επισκέφτηκε τον Σεϊχουλισλάμη. Και τον έπεισε να αρνηθεί να εκδώσει τον φετβά, αναλαμβάνοντας και αυτός κάποια υποχρέωση έναντι του εύσπλαχνου και φιλανθρώπου εκείνου μουσουλμάνου, που πίστευε με όλη του την καρδιά, ότι – όπως γράφει το Κοράνι - «μια ώρα δικαιοσύνης είναι πολυτιμότερη ενώπιον του Θεού από εξήντα χρόνια προσευχής». Ο Σεϊχουλισλάμης αρνήθηκε να εκδώσει τον φετβά. Και ο σουλτάνος έγινε θηρίο εναντίον του: Τον καθαίρεσε και τον κρέμασε.
4. Ταυτόχρονα άρχισαν οι κατ’ εντολή του Σουλτάνου εκτελέσεις των επιφανών Ρωμηών με έναρξη από τους Μουρούζηδες και Μητροπολίτες, που εθεωρούντο σαν τα πιο απαραβίαστα πρόσωπα.
5. Διορίστηκε άλλος Σεϊχουλισλάμης, ο Φεΐζ. Αυτός εξέδωσε χωρίς πολλούς δισταγμούς και συζητήσεις τον φετβά που όριζε ότι ιερό χρέος των μουσουλμάνων ήταν να μη μείνει στην οθωμανική αυτοκρατορία ζωντανός ούτε ένας Χριστιανός.
2. Τι όμως προσπάθησε ο άγιος ιερομάρτυς Γρηγόριος Ε΄ να πετύχει με τον αφορισμό αυτό;
1. Πολλά πράγματα. Και συγκεκριμένα:
α) Να κατευνάσει το Σουλτάνο. Να του ρίξει στάχτη στα μάτια, όπως και τόσες άλλες φορές. Γι’ αυτό ο Πατριάρχης μας μιλάει: 1) για κάποια τερατώδη αχαριστία προς την ευεργετική προστασία, που οι Έλληνες απόλαυαν εκ μέρους των Οθωμανών, 2) για το βασίλειο Κράτος του Σουλτάνου, και 3) για τη μομφή που η επανάσταση προκαλούσε εις βάρος της ομόδοξου Ρωσίας (τα λόγια αυτά είχαν θέση μόνο εφ’ όσον λεγόντουσαν για τον Σουλτάνο. Δεν είχαν πέραση για κανέναν άλλο).
β) Να καλμάρει τους Έλληνες, που τους έβλεπε με τα μάτια της ψυχρής λογικής, να βαδίζουν σ’ ένα βέβαιο χαμό. Γι’ αυτό μιλάει με χρώματα πολύ ζωηρά για τον κίνδυνο αφανισμού του γένους κα χαρακτηρίζει τους επαναστάτες ΜΙΣΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ.
γ) Να πείσει τους αρχιερείς να κινηθούν με ευθύνη. Οι ίδιοι οι αρχιερείς ήταν οι μόνοι υπεύθυνοι για την τύχη του λαού. Γι’ αυτό και τους τονίζει την τρομερά μεγάλη ευθύνη τους με τα λόγια: «εκ χειρός σου ζητηθήσεται το αίμα» των αθώων Ρωμηών, για τους οποίους ο Πατριάρχης πονούσε πολύ, αν εγκαταλελειμμένοι στην τύχη τους σφάζονταν από τους Οθωμανούς.
2. Θα πουν μερικοί βιαστικοί. Δεν έπρεπε ο Γρηγόριος να λυγίσει! Δεν έπρεπε να αφορίσει! Όμως τους πρόλαβαν άλλοι! Ο μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος πρότεινε παραπείθοντας τον Σουλτάνο να πάει ο Πατριάρχης στην Πελοπόννησο να τεθεί επί κεφαλής της Επαναστάσεως!
Ο Γρηγόριος απάντησε. «Και εγώ σαν κεφαλή του Έθνους και εσείς σαν Σύνοδος οφείλουμε να μείνουμε εδώ κι να αποθάνωμε για την κοινή σωτηρία. Ο θάνατός μας θα δώσει δικαίωμα στην Χριστιανοσύνη να υπερασπιστεί το έθνος μας. Αν πάμε να ενθαρρύνουμε την Επανάσταση θα δώσουμε το δικαίωμα στον Σουλτάνο να εξολοθρεύσει όλο το έθνος μας όπως ήδη απεφάσισε». (Βλέπε Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα της Ελληνικής Επαναστάσεως παρά Αγγελοπούλου, Τα κατά Πατριάρχην Γρηγόριον Ε΄, σελ. 169).
3. Ο θάνατος του Γρηγορίου ήταν εκούσιος. Σαν του Κυρίου. Και υπέρ το λαού. Οι Έλληνες τότε είχαν καταλάβει τα πάντα
Και επειδή πολλοί διερωτώνται, πως και το Πατριαρχείο δεν θυμήθηκε να άρει τον αφορισμό του Υψηλάντη, ας μάθουμε επί τέλους ότι ο αφορισμός αυτός ήρθη την Μεγάλη Δευτέρα του 1821 σε μυστική τελετή στο Πατριαρχείο. Γι’ αυτό μέχρι τώρα δεν απασχόλησε κανένα. Το θέμα είναι ιστορικά λυμένο.
Οι αφορισμένοι Ρωμιοί επαναστάτες όχι μόνο δεν μίσησαν τον Πατριάρχη, αλλά τον ανακήρυξαν μέγιστο συμπολεμιστή τους! Για τον αφορισμό έλεγαν: Το στόμα καταριόταν. Η καρδία ευλογούσε. Οι αφορισμοί εγράφησαν με βία και δυναστεία.
β) Ο αφορισμένος Αλέξανδρος Υψηλάντης έγραφε στους Σουλιώτες: «Ο Πατριάρχης βιαζόμενος υπό της Πόρτας σας στέλνει αφοριστικά και εξάρχους παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρείται αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου».
Στον Πατριάρχη Γρηγόριο ο πρέσβης της Ρωσίας και οι Φαναριώτες που έβλεπαν για πού βάδιζαν τα πράγματα πρότειναν να τον φυγαδεύσουν, ή στη Ρωσία ή στην Πελοπόννησο για να τεθεί επικεφαλής της επαναστάσεως. Ο Γρηγόριος όμως δεν λύγισε να δεχτεί λύσεις που θα σήμαιναν την αρχή της σφαγής των Ελλήνων. «Εμείς θα μείνουμε εδώ και θα σφαγούμε, τόνισε στους άλλους αρχιερείς του Θρόνου. Αλλά τα Χριστιανικά Έθνη θα εκδικηθούν τον θάνατό μας και θα ελευθερώσουν το Γένος μας. Ο θάνατός μας θα είναι η σωτηρία».
4. Τι έχει γραφεί για το θέμα
1. Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ', σ. 32 και 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: "...Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το ΄Εθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. Άλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών".
Η σφαγή κρεμόταν πάνω από τα κεφάλια του αμάχου πληθυσμού. Θα ημπορούσε κάλλιστα ο πατριάρχης να φύγει και να σωθεί, όπως του συνιστούσαν πολλοί από τους άρχοντας και οι ξένες πρεσβείες, που πάντοτε είναι καλά ενημερωμένες. Η απάντησή του είναι το αντάξιο, το κατάλληλο προοίμιο, στις ένδοξες σελίδες ιστορίας που σε λίγο θα γραφόταν με το μαρτυρικό του θάνατο:
«Μη με προτρέπετε εις φυγήν. μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείτε, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω εις πλοίον, ήτοι κλεισθείς εν οικία οιουδήποτε ευεργετικού ημίν πρέσβεως να ακούω, πώς εις τας οδούς οι δήμιοι κατακρεουργούν τον χηρεύσαντα λαόν! Ουχί. Εγώ διά τούτο είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου, ουχί δε όπως δι’ εμού απολεσθή διά των χειρών των Γενιτσάρων. Ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν ωφέλειαν από την ζωήν μου. Οι ξένοι Χριστιανοί ηγεμόνες, εκπλαγέντες εκ της αδικίας του θανάτου μου, δεν θα θεωρήσωσιν αδιαφόρως, πώς η πίστις αυτών εξυβρίσθη εν τω προσώπω μου. Οι δε Έλληνες, οι άνδρες της μάχης θα μάχωνται μετά μεγαλυτέρας μανίας, όπερ συχνάκις δωρείται την νίκην. εις τούτο είμαι πεπεισμένος. Βλέπετε μεθ' υπομονής εις ό,τι και αν μοι συμβή. Σήμερον (Κυριακήν των Βαΐων) θα φάγωμεν ιχθύας, αλλά μετά τινας ημέρας, και ίσως κατά ταύτην την εβδομάδα, ιχθύες θα μας φάγωσι... Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δεν θα ανεχθώ ώστε εις τας οδούς της Οδησσού, της Κερκύρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγυιών, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες. Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης. Αν δε το έθνος μας σωθή και θριαμβεύση, τότε πέποιθα, θα μοι αποδώση θυμίαμα επαίνου και τιμών, διότι εξεπλήρωσα το χρέος μου».
Δεν έφυγε λοιπόν ο ηρωικός πατριάρχης και αρνήθηκε την προσφορά των ξένων να τον φυγαδεύσουν ή να τον κρύψουν. Έμεινε ορθός να αντιμετωπίσει παλληκαρίσια την κατάσταση. να δώσει, ως καλός ποιμένας, τη ζωή του υπέρ του ποιμνίου, να προστατεύσει τον λαό από τη σφαγή, βέβαιος ων ότι αυτό (ο αφορισμός) δεν θα είχε καμμία επίπτωση στον αγώνα, διότι θα καταλάβαιναν οι ηγέτες της επαναστάσεως ότι ο αφορισμός είναι εικονικός, ότι έγινε μετά από πίεση και βία, μόνο και μόνο για να αποφευχθεί η γενική σφαγή.
2. Σε άρθρο που δημοσίευσε ο αείμνηστος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Περικλής Βιζουκίδης με θέμα «Η Εκκλησία και ο ιερός αγών» αποκαλύπτει ότι υπέγραφαν μεν ο πατριάρχης και οι συνοδικοί το αφοριστικό έγγραφο, «διότι ευρίσκοντο προ του φοβερού διλήμματος ή να αποδοκιμάσωσι και αφορίσωσι έργον άγιον και ιερόν εις ο και αυτοί ήσαν μεμυημένοι και συνεργάται ή να απολέσωσι όχι εαυτούς, άπαγε, περί αυτών ουδείς λόγος, ως το απέδειξαν ολίγον βραδύτερον, αλλά το ταλαίπωρον έθνος, εναντίον του οποίου θα εστρέφετο, ως ηπείλει, η σουλτανική οργή και λύσσα».
Στη συνέχεια δε κατά τον καθηγητή Βιζουκίδη, την ίδια νύκτα μετά την υπογραφή του αφορισμού, ο πατριάρχης μαζύ με τους δώδεκα συνοδικούς αρχιερείς κατέβηκαν στον πατριαρχικό ναό και σε ειδική μυστική τελετή, εν μέσω λυγμών και δακρύων έλυσαν και ακύρωσαν τον αφορισμό «επευλογούντες νοερώς τα όπλα των υπέρ πίστεως και Πατρίδος αγωνιζομένων αδελφών»7
3. Σε επιστολή του προς τον επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα αναφέρει: "...Κρυφά υπερασπίζου αυτόν (σσ. Η του Παπανδρέα πράξις πατριωτική), εν φανερώ δε άγνοια υποκρίνου, έστι δε ότε και επίκρινε τοις θεοσεβέσι αδελφοίς και αλλοφύλοις. Ιδία πράυνον βεζύρην λόγοις και υπόσχεσιν, αλλά μη παραδοθήτω εις λέοντος στόμα. Άσπασον συν ταις εμαίς ευχαίς τους ανδρείους αδελφούς, προτρέπον εις κρυψίνοιαν δια τον φόβον των Ιουδαίων".
Πέραν αυτών των επιστολών εστάλησαν και άλλες επιστολές προς τους κληρικούς της Πελοποννήσου, τις οποίες οι Τούρκοι προσκόμισαν στο Βρετανό πρεσβευτή ως απόδειξη της ανάμιξης του Γρηγορίου στη εξέγερση, παρότι τελικά ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε να τις μελετήσει. Ήταν ποτέ δυνατόν ένας τέτοιος άνθρωπος να προδώσει;
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ
Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος, υπό την πίεση ακραίων μουσουλμανικών διαδηλώσεων κατά των Ελλήνων, ζήτησε από τον Σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ να εκδώσει διαταγή (φετφά), σχετικά με τη γενική σφαγή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ο Χατζή Χαλίλ, ύστερα από διαβουλεύσεις με τον Γρηγόριο, ο οποίος του ξεκαθάρισε πως ο ίδιος και το Γένος ήταν αμέτοχοι στην επανάσταση, και βασιζόμενος σε ένα εδάφιο του Κορανίου, αρνήθηκε να εκδώσει τη φετφά τoυ Σουλτάνου.
Αυτό εξόργισε τον Σουλτάνο, ο οποίος τιμώρησε με θάνατο τον Χατζή Χαλίλ και θεώρησε υπεύθυνο και τον Γρηγόριο Ε'. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον Σουλτάνο όχι μόνο να καθαιρέσει, αλλά και να εκτελέσει τον Γρηγόριο. Έτσι, μετά τη λειτουργία του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελιζόμενος από τον όχλο. Κατόπιν, μια ομάδα τριών Εβραίων αγόρασαν το πτώμα του, το περιέφεραν στους δρόμους και το έριξαν στον Κεράτιο κόλπο. Τα ονόματα των τριών αυτών Εβραίων ήταν Μουτάλ, Μπιταχί και Λεβύ. Τη σκηνή της περιφοράς του σκηνώματος από τους τρεις Εβραίους έχει αποδώσει παραστατικά σε πίνακά του ο γερμανός ζωγράφος Πήτερ φον Εςς.
Κατά την "Προκήρυξη" του Σουλτάνου (YAFTA), "ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του [...] γνωρίζων δε ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποιήση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θά επετύγχανε [...], όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ου μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς [...], αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος, όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως.…" (Γ. Ζώρα, όπ. π., σ. 9). Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας ή ο Αλ. Τσιριντάνης...
Ας σημειωθεί ότι τρείς μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας μας έφυγαν μαρτυρικά από αυτή τη ζωή με άμεση συμμετοχή των Εβραίων άλλοτε εξαρχής και άλλοτε με κατοπινή διαπόμπευση. Αυτοί είναι: ο άγιος Ηρωδίων, συγγενής του απ. Παύλου και ιδρυτής της Εκκλησίας των Νέων Πατρών (Υπάτης) [+28 Απριλίου), ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (+24 Αυγούστου 1779, Κολικόντασι Β. Ηπείρου) και Ο πατριάρχης του Γένους Γρηγόριος ο Ε΄ (+10 Απριλίου 1821)
ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
Ο Γρηγόριος Ε΄ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για θέματα παιδείας. Μετέφρασε και εξέδωσε τους «Περὶ Ἱερωσύνης λόγους» του Ιερού Χρυσοστόμου. Επίσης εξέδωσε στο πατριαρχικό τυπογραφείο τα «Ἠθικὰ» του Μεγάλου Βασιλείου, εξήγηση των ομιλιών του στη Εξαήμερο και άλλα έργα, όλα σε γλώσσα απλουστευμένη, προκειμένου να γίνεται κατανοητή.
Εκτός των θεμάτων Παιδείας, ασχολήθηκε με τη στέγαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και διαρρύθμισε τον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Παρά το βραχυχρόνιο της πατριαρχίας του, εξέδωσε πλήθος τόμων, σιγγιλίων, εγκυκλίων και επιστολών, μέσα από τις οποίες διαφαίνεται η σταθερή του προσήλωση στους εκκλησιαστικούς κανόνες και την παράδοση.
Υπήρξε ο ίδιος πρότυπο ήθους προς τους κληρικούς και το λαό, επέδειξε χρηστή οικονομική διαχείριση επιλύοντας πολλά προβλήματα, αλλά πήρε και αποφάσεις που τακτοποιούσαν χρονίζοντα κοινωνικής φύσεως θέματα, όπως αυτά των αρραβώνων και της προίκας, των γάμων και διαζυγίων, και άλλα. Δυστυχώς ένας τέτοιο άγιο βρίσκουν και κατηγορούν τα απύλωτα στόματα των αθέων!
Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Στην πραγματικότητα, ο άγιος Γρηγόριος ο Ε΄ ήταν «στο κόλπο» της επανάστασης, και δρούσε σε συνεργασία με τη Φιλική Εταιρία, και απλώς έριχνε στάχτη στα μάτια των Τούρκων.
1. Ο Πατριάρχης ήταν συγχρόνως και εθνάρχης και συνεπώς η σωφροσύνη και η σύνεση προείχαν του αυθορμητισμού (π.χ. Παπαφλέσσας). Επιβαλλόταν λοιπόν αναγκαστικά μια μετριοπαθής πολιτική.
2. Το αποτέλεσμα των πιθανών αστοχιών ή λαθών του, θα είχαν αιματηρή επίπτωση στον λαό της Κωνσταντινούπολης και σε ολόκληρο το Γένος.
3. Υπήρχε η πικρή εμπειρία τού αποτυχημένου κινήματος τού 1770 και τού «ρεμπελιού τής Σμύρνης» (1797), με την επακολουθήσασα σφαγή τών Ελλήνων, γεγονότα που καθιστούσαν τη στάση τού Πατριάρχη ιδιαιτέρως επιφυλακτική.
4. Η μυστική προετοιμασία του Αγώνα, επέβαλε μια στάση εξευμενισμού μάλλον του Τουρκικού θηρίου, παρά πρόκλησης και ερεθισμού του.
5. Από την αλληλογραφία του Φιλικού Π. Σέκερη, πληροφορούμαστε ότι ο Γρηγόριος συνεργαζόταν με την Εταιρία, αν και δεν είχε ορκισθεί (Τ. Γριτσόπουλος Γρηγόριος ο Ε΄ ΘΗΕ τ. 4, 1964, στ. 739).
6. Είχε μάλιστα μεταξύ τών Φιλικών, και το συνθηματικό προσωνύμιο: «παλαιότερος». Υπήρχε επίσης το λεγόμενο «κιβώτιο του ελέους», με σκοπό να συγκεντρώνει χρήματα για τον Αγώνα του Έθνους, κατά τη μαρτυρία τού Ι. Φιλήμονα (Τ. Γριτσόπουλος Γρηγόριος ο Ε΄ ΘΗΕ τ.4, 1964, στ. 739).
7. Άλλωστε, η θυσία τού Πατριάρχη, και η κατηγορία τών Τούρκων ότι δεν ήταν δυνατόν να παραθεωρηθούν (Τ. Γριτσόπουλος, Γρηγόριος Ε΄ «Μνημόσυνη», Σ΄ 1976 – 1977, σ. 299 – 332).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Μετά από τα παραπάνω στοιχεία, θεωρούμε ΑΥΤΑΠΟΔΕΙΚΤΗ, όχι μόνο την βοήθεια που η εκκλησία παρείχε, αλλά και το γεγονός πως ο Πατριάρχης ήταν ο πραγματικός ηγέτης της επανάστασης. Ο δε ψευτο-αφορισμός, στην πραγματικότητα ΕΣΩΣΕ τον Ελληνισμό από βέβαιη σφαγή, και έδωσε έτσι τη δυνατότητα να πετύχει η επανάσταση. Μια επανάσταση που δεν ήταν επανάσταση απλώς "Ελλήνων", αλλά ήταν ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΚΑΤΑ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ. Αυτό πρέπει να το σκεφθούν σοβαρά όλοι αυτοί που φωνάζουν σήμερα για απογύμνωση της χώρας από τη Χριστιανική πίστη. Γιατί η χώρα αυτή, υφίσταται χάριν ακριβώς των Χριστιανών.
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ
Η σύγχυση και το μίσος του σουλτάνου τον οδήγησαν στην πράξη του απαγχονισμού του πατριάρχου, που έφερε ευνοϊκά για τον αγώνα αποτελέσματα, όπως άλλωστε είχε προβλέψει προφητικά ο ηρωικός εθνομάρτυς. Η επίσημη Ευρώπη, που εκυριαρχείτο από τον μισελληνισμό του Μέττερνιχ και της Ιεράς Συμμαχίας, αρχίζει για πρώτη φορά να βλέπει με συμπάθεια το ελληνικό ζήτημα. ο φιλελληνισμός φουντώνει. Οι Έλληνες αντί να καμφθούν και να σωφρονισθούν, ξεσηκώθηκαν και αγρίεψαν περισσότερο ζητώντας εκδίκηση, γιατί στο πρόσωπο του πατριάρχου θεώρησαν ότι ατιμάζεται και περιφρονείται το Γένος. Όπως γράφει ο Τερτσέτης «εις την κόψιν του ελληνικού σπαθιού ήτο γραμμένον το όνομα του πατριάρχου και εθέριζε».
Αυτό δε το πάθος της ιεράς εκδικήσεως απέδωσε θαυμάσια ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, όταν το 1872, μπροστά στον νεότευκτο ανδριάντα του Γρηγορίου, στα προπύλαια του Πανεπιστημίου, στον ίδιο ανδριάντα τον οποίον σήμερα ασεβείς και αγνώμονες απόγονοι, κάτω από μία παράξενη ανοχή, σπάζουν, μουντζουρώνουν και υβρίζουν, απήγγειλε μέσα σε νεκρική από τη συγκίνηση σιγή, παρουσία της κυβερνήσεως, του κλήρου και του λαού, το θαυμάσιο, το αριστουργηματικό εκείνο ποίημα8:
Πώς μας θωρείς ακίνητος, που τρέχει ο λογισμός σου
Τα φτερωτά σου όνειρα, γιατί στο μέτωπό σου
να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές ελπίδες
όσες μας δίδει η όψις σου παρηγοριές κι’ ελπίδες;
Τώρα σε βλέπει γίγαντα, πατέρα, η θάλασσά σου.
Το λείψανό σου το φτωχό, το ποδοπατημένο
τ’ ανάστησε η αγάπη μας, κι’ εδώ μαρμαρωμένο
θα στέκη ολόρθο, ακλόνητο και αιώνια θε να ζήση
νάναι φοβέρα αδιάκοπη σ’ ανατολή και δύση.
Τα φτερωτά σου όνειρα, γιατί στο μέτωπό σου
να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές ελπίδες
όσες μας δίδει η όψις σου παρηγοριές κι’ ελπίδες;
Τώρα σε βλέπει γίγαντα, πατέρα, η θάλασσά σου.
Το λείψανό σου το φτωχό, το ποδοπατημένο
τ’ ανάστησε η αγάπη μας, κι’ εδώ μαρμαρωμένο
θα στέκη ολόρθο, ακλόνητο και αιώνια θε να ζήση
νάναι φοβέρα αδιάκοπη σ’ ανατολή και δύση.
Και με φωνή που ξέσχιζε σκληρά τα σωθικά του
εφώναξε και εμούγκρισε.
εφώναξε και εμούγκρισε.
Χτυπάτε, Πολεμάρχοι,
απ’ άκρη σ’ άκρη ο χαλασμός. Κρεμούν τον πατριάρχη.
απ’ άκρη σ’ άκρη ο χαλασμός. Κρεμούν τον πατριάρχη.
Η ίδια ιερή μανία να εκδικηθεί το Γένος τον άδικο και προσβλητικό θάνατο του πατριάρχου εκφράζεται και από τον εθνικό μας ποιητή, τον Διονύσιο Σολωμό, στον εθνικό μας ύμνο, τον οποίον τουλάχιστον έπρεπε να μη τολμούν να ψάλλουν οι υβρισταί της μνήμης του:
Όλοι κλαύστε. αποθαμένος
ο αρχηγός της Εκκλησιάς,
κλαύστε, κλαύστε. κρεμασμένος
ωσάν νάτανε φονιάς.
ο αρχηγός της Εκκλησιάς,
κλαύστε, κλαύστε. κρεμασμένος
ωσάν νάτανε φονιάς.
Έχει ολάνοικτο το στόμα
π’ ώρες πρώτα είχε γευθή
τ’ Άγιον Αίμα, τ’ Άγιον Σώμα
λες πως δε θα ξαναβγή
η κατάρα που είχε αφήσει
λίγο πριν αδικηθή
εις οποίον δεν πολεμήσει
και ημπορεί να πολεμή.
Την ακούω, βροντάει, δεν παύει
εις το πέλαγος, εις την γη
και μουγκρίζοντας ανάβει
την αιώνια αστραπή.
εις το πέλαγος, εις την γη
και μουγκρίζοντας ανάβει
την αιώνια αστραπή.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΙ ΤΙΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΓΕΝΟΣ
Μετά τον απαγχονισμό επί τρεις ημέρες έμεινε το άγιο σκήνωμα του εθνομάρτυρος στα χέρια του αγρίου όχλου και των Εβραίων, μέχρις ότου στις 13 Απριλίου το έρριξαν στη θάλασσα του Κερατίου κόλπου. Το Σάββατο του Θωμά, 16 Απριλίου, ανέλπιστα προσκολλήθηκε στο πλοίο του εκ Κεφαλληνίας Νικ. Σκλάβου και μέσα στη γενική του πληρώματος συγκίνηση μεταφέρθηκε στην Οδησσό.
Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η θαυμαστή ιστορία της αποδόσεως πρωτοφανών στο λείψανο του πατριάρχου τιμών. Ο Γρηγόριος ξεφεύγει πλέον από τα πλαίσια των ανθρωπίνων νόμων, της ανθρωπίνης εκτιμήσεως, και εισάγεται από την πρόνοια του Θεού στα άγια των αγίων του Γένους. Αντί των χλευασμών και της καταφρόνιας που εδοκίμασε ζων, απολαμβάνει τώρα νεκρός τις τιμές που του άξιζαν.
Συνεγείρεται η Οδησσός στο άκουσμα ότι έρχεται το λείψανο του πατριάρχου. Η αυτοκρατορική Ορθόδοξη Ρωσία σε συμφωνία με το λαϊκό αίσθημα οργάνωσε την υποδοχή και ετίμησε το λείψανο, όπως ταίριαζε στον οικουμενικό της Ορθοδοξίας πατριάρχη. Στην Οδησσό εξεφώνησε δύο θαυμασίους προς τον πατριάρχη λόγους, επικήδειο και μετά ένα χρόνο επιμνημόσυνο, ο μεγάλος ρήτωρ και διδάσκαλος του Γένους Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων9. Ο πρώτος αρχίζει ως εξής:
«Έμελλες άρα, Παναγιώτατε Πατριάρχα Γρηγόριε, αφ’ ου μοι έδωκας πολλάς πολλών λόγων υποθέσεις και αφορμάς, έμελλες τέλος να κινήσης την ασθενή μου γλώσσαν και εις επιτάφιον λόγον σου».
ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΚΑΙ ΑΓΙΟΚΑΤΑΤΑΞΗ
Πενήντα χρόνια αργότερα, το ελεύθερο πλέον ελληνικό κράτος ενέκρινε με απόφαση της Βουλής αίτημα του μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου, το 1871, να μεταφερθούν από τη Ρωσία τα λείψανα του πατριάρχου στην ελεύθερη πατρίδα, διότι, όπως εγράφετο, «η εθνική ευγνωμοσύνη επιβάλλει ημίν το ιερόν καθήκον να εκπληρώσωμεν ήδη τον αγνόν και φυσικόν τούτον πόθον της αγίας εκείνης ψυχής»10.
Πολυμελής αντιπροσωπεία επιβιβασθείσα στο πλοίο «Βυζάντιον» έφθασε στην Οδησσό, όπου επί τη αναχωρήσει του λειψάνου επανελήφθησαν οι λαμπρές τελετές, που έλαβαν χώρα κατά την άφιξή του. Στην Αθήνα ήταν συγκινητική στο έπακρο και πάνδημη η υποδοχή. Είχαν φθάσει στον Πειραιά στις 14 Απριλίου του 1871. Οι βασιλείς, η ιερά σύνοδος, η κυβέρνηση, και πλήθη παραληρούντος λαού απέδωσαν τιμές και υποδέχθηκαν σε ελεύθερο έδαφος τον πρωτομάρτυρα της ελευθερίας, όπως προφητικά και πάλι είχε προβλέψει.
Το λείψανο τοποθετήθηκε στον μητροπολιτικό ναό Αθηνών, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, το επόμενο δε έτος επανελήφθησαν οι τιμητικές εκδηλώσεις, όταν έγινε η αποκάλυψη του ανδριάντος στα προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, οπότε απήγγειλε, το συγκλονιστικό του ποίημα ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης.
Επιστέγασμα δε αυτής της τιμής ήταν η απόφαση της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία συνελθούσα στις 8 Απριλίου του 1921 εις έκτακτον συνεδρίαν αποφάσισε την ένταξη του Γρηγορίου εις το αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας με αφορμή τη συμπλήρωση εκατονταετίας από του μαρτυρικού του θανάτου, ενώ το ίδιο έτος ο σοφός καθηγητής Χρ. Ανδρούτσος εξεφώνησε θαυμάσιο πανηγυρικό.
Η πράξη της Ιεράς Συνόδου μεταξύ άλλων λέγει:
«Ορθώς έγνω συνευδοκούντος και του συμπαρισταμένου κατ’ αυτήν πατριάρχου Αλεξανδρείας Φωτίου καθιερωθήναι από του νυν και επισήμως την έως τούδε αυθορμήτως αναφερομένην τιμήν τω αοιδίμω Αρχιεπισκόπω Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικώ Πατριάρχη Γρηγορίω τω δι’ αγχόνης υπέρ Χριστού και του ποιμνίου μεμαρτυρηκότι τη ι’ Απριλίου του σωτηρίου έτους ,αωκα’ και συντετάχθαι του λοιπού το ιερόν αυτού όνομα εν ταις μνήμαις των κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, ιερομαρτύρων, ως αγίου εορταζομένου εν πάσι τοις ιεροίς ναοίς της ανά την Ελλάδα πάσαν Εκκλησίας αυτή δε τη ημέρα του μαρτυρίου, τη δεκάτη δήλον ότι Απριλίου παντός έτους, εις αιώνα τον άπαντα εις δόξαν του αγιάσαντος αυτόν ουρανίου της Εκκλησίας Νυμφίου, μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού».
ΠΕΤΡΑΧΗΛΙ & ΚΑΡΥΟΦΥΛΛΙ
Στις τάξεις των πρωτεργατών στα διάφορα κινήματα τα πιο επίλεκτα στελέχη οι κληρικοί, όπως ο Διονύσιος Φιλόσοφος, και στη συνέχεια ο παπα-Βλαχάβας, ο Παπαφλέσσας, ο Αθανάσιος Διάκος, ο καλόγερος Σαμουήλ στο Κούγκι, ο ηγούμενος με τους καλογήρους στο Αρκάδι της Κρήτης αργότερα. Άφηναν συχνά το αγιοπότηρο, για να πιάσουν το καριοφίλι που είναι αγιασμένο στη συνείδηση του λαού.
Είναι χαρακτηριστικό επί του προκειμένου αυτό που διασώζει ο ποιητής Ι. Πολέμης σαν απάντηση κάποιας γιαγιάς προς τον εγγονό της, που απορούσε γιατί την έβλεπε κάθε βράδυ μετά τον εσπερινό, μαζύ με τα εικονίσματα να θυμιατίζει και το καριοφίλι. Η απάντηση της ώριμης γερόντισας, είναι απάντηση της γηραιάς ελληνικής ιστορίας στους ανώριμους μελετητές της:
Το καριοφίλι που θωρείς, ψηλά στον τοίχο να σκουριάζη,
παιδάκι μου, μην απορείς, αγιολιβάνι του ταιριάζει.
γιατί χωρίς αυτό, χωρίς- χωρίς το φλογερό του στόμα
θάμαστε σκλάβοι σκλάβοι ακόμα.
παιδάκι μου, μην απορείς, αγιολιβάνι του ταιριάζει.
γιατί χωρίς αυτό, χωρίς- χωρίς το φλογερό του στόμα
θάμαστε σκλάβοι σκλάβοι ακόμα.
Δύο είναι στην μακραίωνα εκτίμηση των ιστορικών του πολιτισμού τα στοιχεία που προαγγέλλουν την επερχόμενη καταστροφή ενός έθνους. η έλλειψη ικανών ηγετών και η αποξένωση του λαού από τα ιερά και τα όσια της φυλής. Όταν παρατηρείται το ένα από τα δύο μόνον, υπάρχει ελπίς αποφυγής του αφανισμού. Εμπνευσμένοι ηγέτες μπορούν και μόνοι τους, όταν δεν είναι απλοί δημαγωγοί, να εκφράσουν την εθνική αυτοσυνειδησία. Αυτό δεν έκαναν οι προφήτες και οι κριτές του Ισραήλ με τον καυστικό και θαρραλέο τους λόγο, εναντίον των επιθυμιών και των θελήσεων των αρχόντων και του λαού; Αυτό δεν έκαναν οι μεγάλες και ηρωικές μορφές των αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας και του Γένους, που σαν άλλοι προφήτες οδήγησαν με δριμείς ελέγχους σε αυτοσυνειδησία και επίγνωση; Όταν πάλι ο λαός βρίσκεται σε σωστή πορεία, και οι άρχοντες τον παραπλανούν, γρήγορα τους απομονώνει και τους απορρίπτει, αναδεικνύοντας μέσα από τα σπλάχνα του νέους λαοπρόβλητους και ικανούς ηγέτες. Αλλοίμονο, όμως, αν συμβεί ηγεσία και λαός να βρεθούν σε καταστροφική για το Γένος πορεία. Τότε η σωτηρία από τον Θεό μόνο πρέπει να ελπίζεται.
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΝΙΤΣΑ 13.11.11
π. Σεραφείμ Τρύφ. Ζαφείρης