Σάββατο Λαζάρου.
Τό τηλέφωνο τοῦ Ἱερέα «χτυπάει». Στήν ἄλλη ἄκρη τῆς τηλεφωνικῆς γραμμῆς ἡ κ. Κ.
«-Πάτερ,
εὐλογεῖτε. Λέγομαι Κ.. Ἡ μητέρα μου βρίσκεται σέ βαριά κατάσταση στόν
θάλαμο κόβιντ τοῦ Νοσοκομείου. Ἐπιθυμεῖ διακαῶς νά κοινωνήσει. Τό ἴδιο
ἐπιθυμῶ καί ἐγώ, γιά ἐκείνη. Εἶναι πιστή γυναῖκα. Πιστεύω, ὅτι περιμένει
νά κοινωνήσει, γιά νά «φύγει» ἕτοιμη. Τό θέλει πολύ, λίγες οἱ ὧρες της».
«- Πολύ εὐχαρίστως, κ. Κ.. Αὔριο, Κυριακή, θά τῆς πάω μετά τήν Θ. Λειτουργία νά μεταλάβει Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ».
Τό τηλέφωνο κλείνει. Ὁ Ἱερέας γνωρίζει. Τόσο ὁ ἀγροτικός
γιατρός Μ., μέ τόν ὁποῖο ἔχει μιλήσει τά προηγούμενα 24 ωρα, ὅσο καί ἡ
Διευθύνουσα καί ὁ Διοικητής, ἀπαγορεύουν ρητῶς, τήν εἴσοδο τοῦ Ἱερέα
στόν θάλαμο κόβιντ. Φόβοι, φοβίες, ἰσοπεδωτικά πρωτόκολλα, πού δέν
γνωρίζουν ἀπό πνευματικές ἀνάγκες, λίγο ἡ διανοητική μόλυνση ἀπό τά
Μ.Μ.Ε., λίγο ἡ ἀπιστία, ὀρθώνουν τείχη τεράστια μπροστά τους. Σῶμα καί
Αἷμα Χριστοῦ; Ἱερέας; Πνευματική ἀνάγκη; Τελευταῖο ἐφόδιο ψυχῆς;
Ἄγνωστες καί πρωτάκουστες ἔννοιες. Ἴσως, καί ἐνοχλητικές στά αὐτιά τους.
Τόσο ἐνοχλητικές, πού ὁ Διοικητής νοιώθει ὅτι ἀπειλεῖται. Ἄν ἔρθει ὁ
Ἱερέας νά μεταλάβει τον ἀσθενῆ, θά καλέσει τήν Ἀστυνομία (!!!).
Ὁ
Ἱερέας γνωρίζει. Θά καταφύγει στόν Θεό. Ἔργο Θεοῦ ἐπιτελεῖ∙ τόσο γιά
τήν ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς ψυχῆς αὐτῆς, τῆς ἀσθενοῦς, ὅσο καί γιά τήν
σκληροκαρδία καί ἀπιστία τῆς Διοίκησης τοῦ Νοσοκομείου, στήν περίπτωση
αὐτή. Τρέχει. Παρακαλεῖ τόν Ἅγιο Νικηφόρο τόν Λεπρό, τίμιο λείψανο τοῦ
ὁποίου φυλάσσει στήν Ἐνορία του. Παρακαλεῖ μέ θέρμη.
«-
Ἅγιε μου, κανόνισε ἐσύ. Πήγαινε μπροστά. Κάνε τους ἀγάλματα. Μήν
ἐμποδισθεῖ ἡ Θεία Κοινωνία, Ἅγιέ μου. Μαρμάρωσέ τους. Νά μεταλάβει ἡ
ψυχή, πού διακαῶς ποθεῖ τόν Χριστό. Ἀλλά καί νά μήν καταλογισθεῖ ἡ
ἁμαρτία, σέ ὅσα ἀπό ἄγνοια ἀπαγορεύουν οἱ ἀντικείμενοι».
Κυριακή Βαΐων.
Ἡ
Θ. Λειτουργία στό μικρό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγ. Ἠλία, τελειώνει. Ὁ Ἱερέας
λέει στόν ὁδηγό-βοηθό του Χ. πού θά τόν ὁδηγήσει στό Νοσοκομεῖο Κυθήρων,
τί πρόκειται νά γίνει. Εἶναι ὁ πρῶτος, μετά τήν κ. Κ., πού ἀκούει γιά
τό ἐγχείρημα.
«-
Κοίταξε νά δεῖς, τοῦ λέει ὁ Ἱερέας. Ἀνθρωπίνως, οἱ πόρτες θά εἶναι
κλειστές. Δέν ἔχουμε πιθανότητες νά μποῦμε. Ὑπάρχει μόνο ἕνα 2% νά γίνει
θαῦμα, καί νά κυλήσουν ὅλα καλά. Νά εἶσαι προετοιμασμένος».
«-Πάτερ μου, σέ ἀκολουθῶ. Δέν φοβᾶμαι. Τό μόνο πού φοβᾶμαι εἶναι τό ὅτι θά μπεῖ στό αὐτοκίνητο μου ὁ Ἴδιος ὁ Θεός»!
Ὁ
Ἱερέας παίρνει στά δυό του χέρια τό Δισκοπότηρο καλυμμένο μέ τό κόκκινο
μάκτρο. Καμία ἄλλη ὁμιλία, εἰς τό ἑξῆς, δέν ἐπιτρέπεται. Τό αὐτοκίνητο
προχωρᾶ ἀργά καί προσεκτικά. Ὁ Ἱερέας νοιώθει τόν Ἅγιο Νικηφόρο νά
προπορεύεται καί νά ἵπταται μέ τά μαῦρα μοναχικά του ράσα νά ἀνεμίζουν.
Μέ τά σωματικά μάτια ὁ Ἱερέας, δέν βλέπει κάτι. Τά μάτια τῆς ψυχῆς ὅμως,
εἶναι παραπάνω σίγουρα γιά τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου, καί δέν λαθεύουν.
Βεβαιώνουν τό γεγονός.
Φθάνουν.
Ὁ ὁδηγός παρκάρει τό αὐτοκίνητο. Ὁ Ἱερέας συγκεντρωμένος στόν στόχο του
περπατάει μέ σταθερά βήματα κρατῶντας τό Ἅγιο Δισκοπότηρο. Ὁ ὑπεύθυνος
τῆς πύλης κοιτάει ἀπορημένος. Δέν μιλάει. Δέν κουνάει. Μένει ἐκεῖ ...
ἄγαλμα. Θά κατηφορίσουν στό μικρό διάδρομο καί θά ἀνέβουν τά σκαλιά γιά
τήν ἐξωτερική πόρτα τοῦ θαλάμου. Φθάνουν στήν τζαμένια πόρτα. Δέν ἔχει
προηγηθεῖ καμία συνεννόηση, δέν γνωρίζει κανείς ἀπό τό προσωπικό τήν
παρουσία τοῦ Ἱερέα, τήν ὥρα αὐτή. Ὁ βοηθός, πού παλεύει νά κρατήσει
ἀναμμένο τό κερί, ρωτάει ἀμήχανα τί νά κάνει.
Ὁ
Ἱερέας τοῦ κάνει νόημα νά χτυπήσει τήν τζαμένια πόρτα. Δέν περνοῦν λίγα
δευτερόλεπτα καί ἡ πόρτα ἀνοίγει. «- Ἄγγελος Θεοῦ, μᾶς ἄνοιξε»,
σκέφτεται ὁ Ἱερέας, καί εἰσέρχεται. Λίγα βήματα, καί μπροστά του ἡ
ἀσθενής. Τό ἥσυχο, φωτεινό καί γαλήνιο πρόσωπο τῆς ἀσθενοῦς δέν προδίδει
τίποτε ἀπό τήν κρισιμότητα τῆς ὑγείας της. Τό ταλαιπωρημένο κορμί της
καί τά πολλά σωληνάκια γύρω-γύρω, μόνο σέ προϊδεάζουν.
Ὁ
Ἱερέας στέκεται δίπλα της. Ἐκείνη ἀνοίγει τά μάτια. Κοιτᾶ τόν Ἱερέα καί
ἀνοίγει καλά τό στόμα της. «- Μεταλαμβάνει ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ Α. Σῶμα καί
Αἷμα Χριστοῦ, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον» καί μέ τρεμάμενο
τό χέρι, πού κρατᾶ τήν λαβίδα, τήν κοινωνεῖ. Ἡ ἀσθενής ἥσυχα κλείνει τό
στόμα της καί κατόπιν τά μάτια της. Τόσο ἁπαλά, τόσο ἥσυχα, τόσο
ἀθόρυβα. Σάν μικρό παιδί, πού τοῦ διέκοψες τόν ὕπνο γιά νά τό ταΐσεις
καί μετά ἐκεῖνο ξανακοιμᾶται ἀναπαυμένο στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του.
Ἀποστολή ἐξετελέσθη. Ὁ Ἱερέας μέ ἱκανοποίηση καί μέ θαυμασμό γιά τό
μεγαλεῖο τῆς Ἱερωσύνης, πού φέρει μέ την Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀναχωρεῖ. Πῶς
ἕνας παντοδύναμος Θεός ἀξιώνει ἕνα μικρό ἄνθρωπο νά γίνεται ὑπηρέτης Του
καί Ὑπουργός τῶν Θείων καί ἀνεξιχνίαστων Μυστηρίων Του; Μέ τήν
δοξολογία στά χείλη, ὁ Ἱερέας, βγαίνει ἀπό τόν θάλαμο κόβιντ καί
κατεβαίνει τά σκαλιά. Σφίγγει γεμᾶτος χαρά τό Δισκοπότηρο, πού περιέχει
τό ὑπόλοιπο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο θά καταλύσει, ὅταν
φθάσει στό Ἐκκλησάκι.
Δέν
κάνει λίγα βήματα καί μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ του συλλαμβάνει τήν
φιγούρα, τοῦ ἐφημερεύοντα, ἐκείνη τήν ἡμέρα, ἀγροτικοῦ ἰατροῦ Μ., πού ἀπό
τήν πρώτη στιγμή ἦταν, ὁριζοντίως καί καθέτως, ἀρνητικός στήν
προσέλευση τοῦ Ἱερέα. Στέκει ἐκεῖ στά 2 μέτρα ἀσάλευτος καί ἀμίλητος.
Ἄγαλμα. Ὁ Ἱερέας τόν προσπερνᾶ καί ἀνηφορίζει τόν στενό διάδρομο.
Φθάνουν στήν πύλη, ὅπου δέν συναντοῦν κανέναν, καί ἐπιβιβάζονται στό
αὐτοκίνητο. Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος εἶχε ἐπιτελέσει τό θαῦμα του. Ὁδήγησε,
βοήθησε, ἄνοιξε διαδρόμους καί πόρτες, ὥστε ἡ Θ. Κοινωνία νά φθάσει στήν
ψυχή, πού ἑτοιμαζόταν γιά τό ταξίδι της στόν ποθούμενο Νυμφίο Χριστό.
Σέ Αὐτόν πού λαχταροῦσε ἀπό τήν ἐδῶ ζωή νά γευθεῖ, ἀλλά... τῆς
ἀπαγορευόταν αὐστηρά.
Λίγο
ἀργότερα, ὁ Ἱερέας κατέλυσε μέ προσοχή τό Ἅγιο Δισκοπότηρο. Στήν
ἐπιστροφή γιά τό σπίτι του, σταμάτησε νά εὐχαριστήσει τόν Ἅγιο Νικηφόρο,
προσκυνῶντας τό τίμιο λείψανό του. Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ἦταν αὐτός πού τά
ἔφερε ὅλα εἰς πέρας.
Φίλε
ἀναγνώστη, ἐσύ πού καλόπιστα διάβασες τό παραπάνω ἀληθινό καί πρόσφατο
περιστατικό, θά ἤθελα νά σοῦ πῶ, μέ βεβαιότητα, ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι ΖΩΝΤΑΝΟΙ
καί ἐπεμβαίνουν πρός τό συμφέρον μας, ὅταν μέ πίστη ἀκουμπᾶμε ἐπάνω
τους. Θά ἤθελα, ἐπίσης, νά σοῦ πῶ μέ βεβαιότητα, ὅτι τόσο ὁ ἱερός χῶρος
τῆς Ἐκκλησίας μέ τά Ἱερά μυστήρια πού τελοῦνται σέ αὐτόν καί τά τίμια
λείψανα καί τίς ἅγιες εἰκόνες, πού ἐμπεριέχονται σέ αὐτόν, ἀλλά καί ὁ
Ἱερέας πού τελεῖ αὐτά τά ἅγια Μυστήρια ΜΟΝΟ Χάρη Θεοῦ, Ἁγιασμό καί τήν
Εὐλογία τοῦ Θεοῦ μεταδίδει, καί τίποτε ἄλλο.
Τελειώνοντας
νά σημειώσω ὅτι ἀκολούθησε μιά ὑπέροχη Μεγάλη Ἑβδομάδα, καί μιά
πανευφρόσυνη Ἀνάσταση. Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἀσθενῆ αὐτή, τήν Μεγάλη Δευτέρα,
μιά μέρα ἀφότου δηλαδή κοινώνησε, ἔχασε τήν ἐπαφή της μέ τόν ἐδῶ κόσμο (ἔπεσε σὲ κῶμα).
Ὁ Θεός διάλεξε νά τήν πάρει κοντά της μετά ἀπό μιά ἑβδομάδα, δηλ. τήν
χαρμόσυνη Ἀναστάσιμη ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη της.
Οἱ πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου τοῦ Λεπροῦ, ἄς συντροφεύουν ὅλους μας καί ἄς μᾶς χαρίζουν, κυρίως, τήν πνευματική ὑγεία.
παπα-Παῦλος Καλλίκας
Ἐφημέριος Καρβουνάδας καί Κεραμωτοῦ Ἱ. Μητροπόλεως Κυθήρων.