“
Ὅσο
θὰ ζῶ καὶ θὰ ἀναπνέω θὰ λέω αὐτὲς
τὶς δύο ἀλήθειες :
“Εἰς
τὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐγχωρεῖ
συγκατάβασις”
καὶ εἰς τὰ Ἔθνικὰ Θέματα
δὲν
ἐπιτρέπεται ἀπολύτως κανένας
συμβιβασμός
”.
Κήρυγμα
Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως,
Πωγωνιανῆς
καὶ Κονίτσης κ. ΑΝΔΡΕΟΥ
τὴν Κυριακὴ τῆς
Ὀρθοδοξίας
(Ἱερὸς Ναὸς Ἁγ. Κοσμᾶ
Αἰτωλοῦ Κονίτσης
17.3.2019)
Κυριακὴ
τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα. Τὸν
8ο αἰώνα μ.Χ. ἡ
Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία συνταράχτηκε,
περισσότερο ἀπὸ ἕνα αἰώνα, ἀπὸ τὴν
μεγάλη αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας.
Ξεκίνησε τὸ 726 μ.Χ καὶ τελείωσε τὸ 843
μ.Χ., ὅταν πέθανε ὁ αὐτοκράτωρ Θεόφιλος
καὶ ἀνέλαβε ἡ εὐσεβὴς αὐτοκράτειρα
Θεοδώρα. Τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστηλώσεως
τῶν εἰκόνων ἀπὸ τὴν Θεοδώρα ἑορτάζουμε
σήμερα, τῆς ὁποίας τὸ ἱερὸ λείψανο
εἶναι θησαυρισμένο στὴ νῆσο τῆς
Κερκύρας.
Ὁ Αὐτοκράτωρ ὁ Λέων ὁ Γ΄ ὁ Ἴσαυρος
ὅταν κήρυξε τὴν καθαίρεση τῶν εἰκόνων
ἀπὸ τοὺς ναοὺς κατ’ ἀρχήν, δὲν εἶχε
ὑπολογίσει τὴν μεγάλη ἀντίδραση ποὺ
θὰ ἔβρισκε. Ἔτσι, λοιπόν, ὅταν τὸ κῦμα
αὐτὸ τῆς ἀντιδράσεως ἐναντίον τῶν
αὐτοκρατορικῶν ἀποφάσεων, ἄρχισε νὰ
αὐξάνει καὶ νὰ γιγαντώνεται, ἀποφάσισε
τὸ 730 νὰ συγκαλέσει μία εὑρεία σύσκεψη.
Ὄχι, βέβαια, γιὰ νὰ ζητήσει τὶς γνῶμες
αὐτῶν ποὺ θὰ μετεῖχαν μὲ ἐπικεφαλῆς
τὸν Πατριάρχη
Γερμανὸ τὸν Α΄,
ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπιβάλλει τὶς ἀπόψεις
του. Τότε, λοιπόν, ὁ Πατριάρχης, ὅταν
εἶδε τὴν διάθεση ποὺ εἶχε ὁ Λέων ὁ
αὐτοκράτωρ γιὰ νὰ ἐπιβάλλει τὴν
εἰκονομαχία, ἔβγαλε τὸ ὡμοφόριό του,
τὸ ἐναπέθεσε στὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ
εἶπε : “Μοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ
καινοτομήσω εἰς τὰ τῆς πίστεως”. Καὶ
σηκώθηκε καὶ ἔφυγε.
Στὴν
μακραίωνη ἱστορία της ἡ Ἐκκλησία ἡ
Ὀρθόδοξη, παρὰ τὶς κάποιες διακυμάνσεις
συμπορεύθηκε μὲ τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων.
Οἱ χαρὲς τοῦ Ἔθνους ἦταν καὶ χαρές
της. Οἱ λῦπες, λῦπες της. Οἱ ἐπιτυχίες,
οἱ ἀποτυχίες ὅλα αὐτὰ ἦταν μέσα καὶ
στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γιατὶ Ἐκκλησία
καὶ Κράτος ἦταν ἕνα πρᾶγμα.
Ὁ ἴδιος λαὸς ἦταν. Καὶ αὐτό, παρὰ τὸ
ὅτι σήμερα κάποιοι εὐαγγελίζονται
καινούργια συστήματα, ποὺ δὲν θέλουν
τὴν Ἐκκλησία στὸ προσκήνιο, ἀλλὰ νὰ
τὴν βάλουν στὴν ἄκρη, αὐτὴ ἡ συμπόρευση
ὅμως συνεχίζεται. Καὶ διαπιστώνεται
ἡ πρακτικὴ αὐτὴ μὲ τὸ γεῦμα ποὺ
παρατίθεται σήμερα ἀπὸ τὸν Πρόεδρο
τῆς Δημοκρατίας πρὸς τὰ μέλη τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου, καὶ ποὺ ἐπαναλαμβάνεται
σχεδὸν κάθε χρόνο.
Εἶναι
λοιπόν, ἴδια ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας
μὲ τὴν πορεία τοῦ Ἔθνους. Γι’ αὐτὸ
καὶ ἐγώ, προσωπικῶς, ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν
μου πάντοτε αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος
ἐκ τῶν προκατόχων μου καὶ μετέπειτα
Ἀρχιεπίσκοπος
Σπυρίδων,
ὅτι “δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει ζήτημα
ποὺ ἀπασχολεῖ τὸν λαὸ καὶ νὰ μὴν
ἐνδιαφέρει τὴν Ἐκκλησία”, ἀνησυχῶ
σφόδρα, σφοδρότατα ἀνησυχῶ καὶ γιὰ
τὰ ἐθνικά μας θέματα, ἀκολουθώντας ἐν
προκειμένῳ τὰ βήματα τοῦ μεγάλου καὶ
ἁγίου προκατόχου μου Μητροπολίτου
Σεβαστιανοῦ.
Ἔτσι, λοιπόν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
ἔνιωσα μέσα μου κυριολεκτικὰ ἕνα
σεισμό. Τεκτονικὸ σεισμό. Πότε ; Ὅταν
τὸν Ἰανουάριο ποὺ μᾶς πέρασε, μετὰ
τὸ μεγαλειῶδες ἐκεῖνο συλλαλητήριο
ποὺ ἔγινε στὴν Ἀθήνα, ὁ Πρόεδρος τῆς
Δημοκρατίας, ὁ ὁποῖος μέχρι τότε “ὡς
κύμβαλον ἀλαλάζον” (Α΄Κορ. ΙΓ΄1) δεξιὰ
καὶ ἀριστερὰ μιλοῦσε γιὰ τὴν Μακεδονία
τὴν μία καὶ μοναδική, ἡ ὁποία εἶναι
δική μας, ἡ ἑλληνικὴ Μακεδονία, ὅταν
λοιπόν, ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας
ἀρνήθηκε τὴν ἐπιτροπὴ ποὺ πῆγε νὰ
τοῦ ἐπιδώσει τὸ ψήφισμα ( δηλ. περιφρόνησε
μὲ τὸν πλέον σκαιὸ τρόπο αὐτὸν τὸν
λαὸ ποὺ εἶχε συγκεντρωθεῖ ἀπ’ ὅλα
τὰ διαμερίσματα τῆς χώρας) καὶ μετὰ
ἀπὸ λίγο ἐπεκύρωσε τὴν ἐπαίσχυντη
συμφωνία τῶν Πρεσπῶν μὲ τὴν ὑπογραφή
του καὶ ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ
ἀκολούθησε ἡ “ἐκκοφαντικὴ σιωπὴ”τοῦ
Προέδρου, πλέον, μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἡ
Ἀρχιερατική μου συνείδησις μοῦ ἐπέβαλε
νὰ μὴ μετάσχω στὶς ἐκδηλώσεις γιὰ τὰ
ἐλευθέρια τῆς Κονίτσης (24.2.2019) ἐφ’
ὅσον θὰ παρίστατο καὶ ὁ Πρόεδρος τῆς
Δημοκρατίας. Καὶ τὸ διατύπωσα γραπτῶς
στὸν κ. Δήμαρχο. Δὲν μοῦ εἶναι δυνατὸν
νὰ συμβιβασθῶ. Διότι θὰ ἐπρόδιδα τὴν
θέση μου καὶ τὸ ἀξίωμά μου. Καὶ γιὰ
ἕναν ἐπὶ πλέον λόγο ἀρνήθηκα. Διότι
φοβοῦμαι ὅτι μετὰ τὸ λεγόμενο
“Μακεδονικό”, ἡ Πολιτεία θὰ ἀσχοληθεῖ
καὶ μὲ τὸ λεγόμενο “Ἀλβανικό”.
Καὶ ἄν δώσει τὴν λύση ποὺ ἔδωσε στὸ
“Μακεδονικό”, καλύτερα νὰ τ’ ἀφήσει
ἐκεῖ ποὺ εἶναι. Διότι τὰ μηνύματα ποὺ
ἔρχονται ἀπὸ “μέσα”, ἀπὸ τὴν γειτονικὴ
χώρα, εἶναι πάρα πολὺ ἀνησυχητικά.
Ἔτσι, λοιπόν, δὲν μετεῖχα σὲ καμία
ἀπὸ τὶς ἐκδηλώσεις. Κι’ αὐτὸ γιατὶ
ἔχω συνηθίσει νὰ μὴν συμβιβάζομαι μὲ
τὴν συνείδησή μου. Μὲ τίποτε. Ἐδῶ
διακονῶ τὴν Ἐπαρχία 52 ὁλόκληρα χρόνια.
Πολλοὶ ἀπὸ ἐσᾶς, ὅταν ἦλθα ἐδῶ, ὡς
νεαρός, λαϊκὸς ἱεροκήρυξ, δὲν εἴχατε
γεννηθεῖ, καὶ ἄλλοι ἤσασταν μικρά
παιδιά - βλέπω κανὰ δυὸ ἐδῶ μπροστά.
Νέος ἦλθα καὶ τώρα βρίσκομαι στὸ βαθὺ
γῆρας περπατώντας στὸ 81ον ἔτος τῆς
ἡλικίας μου. Τὸ ἔχω πεῖ καὶ ἄλλοτε,
θὰ τὸ ἐπαναλάβω καὶ τώρα. Ἐδῶ
δὲν ἦλθα νὰ κάνω καριέρα.
Ἄν ἤθελα νὰ κάνω καριέρα θὰ τὴν ἔκανα
ἐκεῖ ποὺ ἤμουνα, στὴν Ἀθήνα, ποὺ
εἶναι καὶ εὐκολότερο νὰ τὸ κάνω.
Ἐδῶ ἦλθα διότι ἀγαπῶ τὸν Χριστόν,
ἀγαπῶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀγαπῶ καὶ
πονῶ τὸν αἱματόβρεχτο αὐτὸ τόπο.
Καὶ εἶπα θὰ δώσω τὴν ζωή μου, τὶς
μικρές, τὶς ἐλάχιστες δυνάμεις ποὺ
ἔχω, γιὰ νὰ ὑπηρετήσω αὐτὸν τὸν τόπο
καὶ αὐτὸν τὸν λαό. Καὶ ἡ συνείδησίς
μου μὲ πληροφορεῖ ὅτι σ’ αὐτὴν τὴν
ὑπερπεντηκονταετία ἔκανα ὅ,τι μποροῦσα
καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια
τοῦ λαοῦ μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ καλῶς
νοούμενα συμφέροντά τους, ἐρχόμενος
πολλὲς φορὲς σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς
ἑκάστοτε κυβερνώντας. Συμβιβασμούς,
ὅμως, ἐπαναλαμβάνω, δὲν ἔχω κάνει, δὲν
κάνω καὶ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὅσο
καιρὸ ἐπιτρέψει νὰ ζήσω, δὲν θὰ κάνω.
Ἔτσι, λοιπόν, μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις,
μπορῶ μὲ τὸ μέτωπο ψηλά, καὶ μὲ τὴν
καρδιά μου ἀπηλλαγμένη ἀπὸ μικρότητες,
χωρὶς νὰ περιμένω εὔσημα ἀπὸ κανέναν,
΄καὶ θὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι τώρα, δὲν ἔχω
διατεταγμένα δημοσιεύματα ὑπὲρ τῆς
ἐλαχιστότητός μου. Δὲν τὸ ἔχω κάνει
αὐτὸ μέχρι τώρα. Καὶ κάποιες φορὲς
ποὺ ἔγιναν τέτοιες ἀπόπειρες εἶδαν
τὴν πόρτα τῆς ἐξόδου. Δὲν ἦλθα λοιπὸν
γιὰ ν’ ἀκούσω “μπράβο καὶ ζήτω”. Αὐτὸ
θὰ μοῦ τὸ πεῖ ὁ Θεὸς ἄν τὸ κρίνει,
ὅταν θὰ μὲ καλέσει ἐπάνω. Ἔτσι λοιπόν,
μ’ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις μπορῶ
νὰ λέω σὲ ὅλους - ἁπαξάπαντες σὲ ὅλους
- ὅτι α) “Εἰς τὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐγχωρεῖ
συγκατάβασις”. Δὲν κάνουμε ἐκπτώσεις
στὰ θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Καμία ἔκπτωση. Καὶ β) Εἰς τὰ τοῦ Ἔθνους
δὲν ἐπιτρέπεται κανένας συμβιβασμός.
Κάποιοι ἴσως ἔχουν κάποιες ἄλλες
ἀπόψεις. Δικαίωμά τους νὰ τὶς ἔχουν
. Ὅμως, ἐγὼ ὅσο θὰ ζῶ καὶ θὰ ἀναπνέω
θὰ λέω αὐτὲς τὶς δύο ἀλήθειες : “Εἰς
τὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐγχωρεῖ συγκατάβασις”
καὶ εἰς τὰ Ἔθνικὰ Θέματα δὲν
ἐπιτρέπεται ἀπολύτως κανένας συμβιβασμός.
Τελεία καὶ παῦλα.